Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Η αντιλαϊκή «κανονικότητα»

 

Τα επόμενα χτυπήματα στα Εργασιακά, τα ζητήματα της Ενέργειας, καθώς και οι αναδιαρθρώσεις, που κρίνονται αναγκαίες στην προοπτική της προσέλκυσης νέων κερδοφόρων επενδύσεων, αποτελούν τους κεντρικούς άξονες της τρέχουσας «αξιολόγησης». Κυρίαρχη θέση κατέχει και το ζήτημα του δημοσιονομικού «κόφτη», που θα λειτουργεί ως πρόσθετη δικλίδα διασφάλισης της αντιλαϊκής πολιτικής και των μέτρων «μόνιμου χαρακτήρα και επαναλαμβανόμενης απόδοσης» στους κρατικούς προϋπολογισμούς και για την περίοδο μετά το 2018.
Τα πάντα, στην κυριολεξία, υποτάσσονται στη στρατηγική για την ανάκαμψη των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων και των ισχυρών επιχειρήσεων, ζήτημα που με τη σειρά του προϋποθέτει την εμπέδωση κλίματος «επιχειρηματικής εμπιστοσύνης», ιδιαιτέρα, μάλιστα, σε συνθήκες που εκδηλώνονται μια σειρά από «κίνδυνοι» και αβεβαιότητες γύρω από τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη και γενικότερα στην παγκόσμια οικονομία.
Σε αυτό το φόντο, κυβέρνηση, αστικά κόμματα, κάθε είδους διαχειριστές και τα επιτελεία τους προδιαγράφουν ως διαδοχικό κρίκο σε αυτήν την αλυσίδα το κλείσιμο της δεύτερης «αξιολόγησης», ως αναγκαίο βήμα για να προχωρήσουν στις επόμενες παρεμβάσεις στήριξης της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Τα αντιλαϊκά μέτρα, που τη συνοδεύουν, αποτελούν την αναγκαία υποδομή και το υπόβαθρο για την εμφάνιση των όποιων ρυθμών «βιώσιμης» καπιταλιστικής ανάκαμψης και είναι προϋπόθεση για τη διαμόρφωση του κατάλληλου «επιχειρηματικού περιβάλλοντος».
Τα επόμενα βήματα αφορούν ζητήματα της ένταξης ελληνικών χρεογράφων στα προγράμματα της νομισματικής χαλάρωσης που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η εκ νέου πρόσβαση του ελληνικού κράτους για δάνεια στις διεθνείς χρηματαγορές, σε συνδυασμό, βέβαια, με την αποκατάσταση της χρηματοδότησης των εγχώριων τραπεζικών ομίλων.
Ο ΣΕΒ, «σπρώχνοντας» τη συγκυβέρνηση στο άμεσο κλείσιμο της «αξιολόγησης», τόνισε τις προάλλες πως «χρειαζόμαστε ένα "Ελληνικό Μνημόνιο Plus", που θα ξεπερνάει το manual (σ.σ. το εγχειρίδιο) των δανειστών (...)» και πως η «συνεχιζόμενη διελκυστίνδα» κυβέρνησης - δανειστών «μεγαλώνει την αβεβαιότητα και απομακρύνει τη βιώσιμη επανεκκίνηση της οικονομίας». Σε κάθε περίπτωση, το κριτήριο είναι η απόσπαση επιχειρηματικών κερδών, ο προσανατολισμός σε εξαγωγικές δραστηριότητες στη διεθνή αγορά, η συμπίεση του κόστους παραγωγής, ζητήματα γύρω από τα οποία συμπλέουν και μάλιστα σε στρατηγική κατεύθυνση τόσο η συγκυβέρνηση όσο και τα κόμματα της αστικής διαχείρισης, παρά τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς.
Τον ίδιο προσανατολισμό έρχεται να διασφαλίσει και το ζήτημα της διαχείρισης του ελληνικού κρατικού χρέους, πάντα με κεντρικό ζητούμενο την άρση της αβεβαιότητας των επενδυτών. Σε αυτό το φόντο, η λεγόμενη «βιωσιμότητα» του ελληνικού κρατικού χρέους, και μάλιστα με ορίζοντα το 2060, όπως συμφωνήθηκε στη συνεδρίαση του προηγούμενου συμβουλίου Γιούρογκρουπ, αποτελεί έναν από τους βασικούς μηχανισμούς κλιμάκωσης της αντιλαϊκής πολιτικής σε ορίζοντα πολλών δεκαετιών.
Επίσης, με την απόφαση του Γιούρογκρουπ «υπενθυμίζεται» η «σημασία μιας δημοσιονομικής πορείας που θα ευθυγραμμίζεται με τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που ορίζει το πλαίσιο της ΕΕ». Εξάλλου, ως πρόσθετο αντιλαϊκό εργαλείο και συμπληρωματικά με όλα τα προηγούμενα, το «πλαίσιο της ΕΕ» προβλέπει ειδικούς εποπτικούς ελέγχους μέχρις ότου αποπληρωθεί τουλάχιστον το 75% των δανείων που χορηγήθηκαν σε κάθε κράτος, μέσω των «μηχανισμών στήριξης». Σε αυτό το πλαίσιο, δρομολογείται επίσης η χρονική επέκταση και αναβάθμιση του «δημοσιονομικού κόφτη» με σειρά από διαρθρωτικές παρεμβάσεις, που θα εξειδικευθούν στη συνέχεια.
Την ίδια ώρα, η προσέλκυση επενδύσεων του κεφαλαίου απαιτεί ακόμη σταθερό «επενδυτικό περιβάλλον», για το οποίο άλλωστε κόπτεται και ο ΣΕΒ, δηλαδή κρατικές ενισχύσεις στις επιχειρήσεις, χαμηλούς συντελεστές φορολόγησης στα επιχειρηματικά κέρδη, «φιλικό περιβάλλον» σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των κονδυλίων στους κρατικούς προϋπολογισμούς για επενδύσεις, ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία στην «αγορά εργασίας», τόσο στους μισθούς και τις ασφαλιστικές εισφορές όσο και στις εργασιακές σχέσεις, στις απολύσεις κ.ά.
Σε αυτό το πλαίσιο, η καπιταλιστική ανάκαμψη και ανάπτυξη, σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, έχει προϋπόθεση τα μόνιμα μνημόνια, τους ενισχυμένους κανόνες δημοσιονομικής εποπτείας, που ισχύουν σε ολόκληρη την ΕΕ, δηλαδή αυτό που κατονομάζεται ως «ευρωπαϊκή κανονικότητα» και ανεξάρτητα από μηχανισμούς στήριξης και δανειακές συμβάσεις.
                                                                                                                                           "Ρ"

Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2017

Από την ίδια πλευρά...

 

«Τεντώνει το σχοινί το ΔΝΤ», «Ασφυκτικές πιέσεις για μέτρα στο Eurogroup», «Εμφραγμα στο παρά πέντε», «Σε κλοιό πιέσεων». «Ολα τα μέτρα εδώ και τώρα», «Μόνο με επώδυνους συμβιβασμούς και σκληρά μέτρα θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση έως 20 Φεβρουαρίου».
Οι παραπάνω είναι μερικοί από τους τίτλους του αστικού Τύπου και διαδικτυακών μέσων, που περιγράφουν συμπυκνωμένα το σημείο στο οποίο βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και τους εταίρους της των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις μετά το Γιούρογκρουπ. Οποια όμως και αν είναι η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων, τα πράγματα για την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα είναι δυσοίωνα.
Αυτό που κρύβει συστηματικά η κυβέρνηση, όπως έκαναν λίγο - πολύ και οι προηγούμενες, είναι ότι με τους «δανειστές» βρίσκεται από την ίδια μεριά του τραπεζιού, έχει ως κοινή βάση και στόχο τη στήριξη της ανάκαμψης των κερδών των μονοπωλίων, των συμφερόντων του κεφαλαίου. Γι' αυτό για ακόμα μια φορά ο λαός δεν έχει τίποτα να περιμένει από τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης.
Δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Μπορούμε να προβλέψουμε από τώρα πώς θα επιχειρήσει να «πλασάρει» η κυβέρνηση μια ενδεχόμενη συμφωνία: Οι πιέσεις των δανειστών, το κακό ΔΝΤ, οι αντιστάσεις της «αριστερής» κυβέρνησης, οι απειλές ακόμα και για Grexit και τελικά ο «επώδυνος συμβιβασμός».
Οι όποιες - υπαρκτές - διαφωνίες, αντιπαραθέσεις αφορούν ζητήματα ξένα για το λαό, που αξιοποιούνται όμως προπαγανδιστικά για να διευκολύνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την αντεργατική, αντιλαϊκή επίθεση. Επίθεση που θα έρθει στη λογική του «μικρότερου κακού». Θα λέει, δηλαδή, η κυβέρνηση ευθαρσώς: «Ευτυχώς που καταφέραμε και κλείσαμε την αξιολόγηση γιατί θα έρχονταν τα χειρότερα...».
Αλλά κι αυτή να μην είναι η εξέλιξη, οι όποιες επιλογές δεν θα γίνουν με κριτήριο τα συμφέροντα και τις ανάγκες του λαού, αλλά τα γενικά συμφέροντα του κεφαλαίου, που με συνέπεια υπηρετεί και αυτή η κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση, είναι πέρα για πέρα δεδομένο ότι όλες οι πλευρές και αυτής της διαπραγμάτευσης έχουν συμφωνήσει ότι θα πάρουν μέτρα αντεργατικά. Και μάλιστα, η κυβέρνηση με την επέκταση του «κόφτη» τα έχει ήδη πάρει. Οι κόντρες, οι προσωρινοί συμβιβασμοί, οι παλινωδίες σχετικά με το ποιος συμφωνεί με ποιον και ποιος έρχεται ή φεύγει από το πρόγραμμα, είναι η αντανάκλαση της σφοδρής αντιπαράθεσης τμημάτων του κεφαλαίου και στη χώρα μας και στο εξωτερικό για πιο μεγάλα και στρατηγικής σημασίας ζητήματα, όπως: Ρυθμίσεις για το χρέος, «άνοιγμα» στις αγορές, ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση, ζητήματα που αφορούν τις ίδιες τις προοπτικές της Ευρωζώνης, τις σχέσεις ΕΕ με τις ΗΠΑ κ.ά.
Τα πράγματα μιλάνε μόνα τους. Σε αυτήν την ατελείωτη πορεία επιδείνωσης της ζωής της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, που είναι ταυτισμένη με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, δεν υπάρχει επιστροφή. Δεν μπορεί να υπάρχει φιλολαϊκή διαχείριση στο πλαίσιο αυτού του βάρβαρου συστήματος. Και εάν πρόκειται ο λαός να περιμένει μέχρι το 2040, 2050, 2060 ή 2070 για να ζήσει την πιθανότητα μιας μικρής μείωσης της ανεργίας - όπως λένε οι ίδιοι οι αξιωματούχοι των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών - τότε μάλλον πρέπει να σκεφτεί πως άλλη είναι η μοναδική πραγματική διέξοδος που εξυπηρετεί τα δικά του συμφέροντα. Να οργανώσει τον αγώνα του για να ανακόψει αυτή την επίθεση σήμερα και να παλέψει σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του.
                                                                                                                                     "Ρ"

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Συμφιλίωση με τη φτώχεια;

 

«Κάνουμε ό,τι μπορούμε σε δύσκολες δημοσιονομικές συνθήκες και ταυτόχρονα δίνουμε τη μάχη για να βγούμε από την κρίση με την κοινωνία όρθια...», επαναλαμβάνουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, κάνοντας απολογισμό του δίχρονου που πέρασε.
Τι εννοούν όταν λένε κάνουν ό,τι μπορούν; Δεν θα αναφερθούμε σε όσα κάνουν για το ακριβώς αντίθετο, όσα μέτρα παίρνουν τσακίζοντας εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, αλλά σε όσα υποτίθεται αφορούν στη λαϊκή ανακούφιση. Ένα καλό παράδειγμα δίνει η προχτεσινή συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Κοινωνικής Πολιτικής (ΚΥΣΚΟΙΠ), όπου συζητήθηκε η συγκρότηση «δομών στην υπηρεσία του πολίτη». Ανάμεσα σε αυτές, ξεχωρίζουμε 120 γραφεία για την «ενημέρωση/ υποστήριξη δανειοληπτών» καθώς και ένα «γραφείο», στο «front desk» του υπουργείου Εργασίας, όπου οι εργαζόμενοι «θα μπορούν να απευθύνονται για να ενημερώνονται για τα δικαιώματά τους και να πληροφορούνται για τις ενέργειες στις οποίες είναι σε θέση να προβούν σε περίπτωση που αυτά παραβιάζονται...».
Εντάξει, τα μέτρα ανακούφισης και προστασίας του εισοδήματος λαϊκών στρωμάτων δεν χωράνε στις «δημοσιονομικές συνθήκες» που απαιτεί η καπιταλιστική ανάκαμψη. Όμως, εδώ πάμε ένα βήμα παραπέρα, στην αναγόρευση σε «κοινωνική πολιτική» δομών που έχουν ως στόχο οι μισθωτοί και τα λαϊκά στρώματα να συμφιλιωθούν με τη φτώχεια τους και να τη διαχειριστούν εξατομικευμένα όντας «καλά πληροφορημένοι». Για να μπορούν «πληροφορημένοι» να δένονται χειροπόδαρα από τις τράπεζες και να σκύβουν το κεφάλι στα αφεντικά...
Ποια διεκδίκηση από τα Συνδικάτα; Ποια προστασία και μέριμνα από τις κρατικές υπηρεσίες για την πάταξη της ανασφάλιστης δουλειάς, της απληρωσιάς κ.λπ.; Τα προβλήματα θα τα «συζητάει» ο εργαζόμενος με κάποιους «ειδικούς» πίσω από γκισέδες, που θα μοιράζουν απλόχερα ευχολόγια και συμβουλές, αφήνοντας τον εργαζόμενο να βγάλει μόνος του το φίδι από την τρύπα.
Άλλα γραφεία θα ενημερώνουν για τα «ευρωπαϊκά και εθνικά προγράμματα υποστήριξης των πιο αδύναμων πολιτών». Δηλαδή, για τα προγράμματα διαχείρισης της φτώχειας, και μάλιστα στις πιο ακραίες μορφές της, όπου κατρακυλάνε ολοένα και περισσότεροι από τα λαϊκά στρώματα, εξαιτίας της πολιτικής θωράκισης και ενίσχυσης των κερδών του κεφαλαίου.
Την ίδια ώρα, βέβαια, με το άλλο χέρι, το κράτος μοιράζει αφειδώς χρήμα και προνόμια στο κεφάλαιο, για να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανάκαμψης των κερδών του.
Όλο αυτό το πλέγμα, που στήνεται από την κυβέρνηση, οδηγεί σωρευτικά σ' ένα πραγματικό «στρίμωγμα» των ασθενέστερων, για να χωρέσουν στην «κοινωνική» της πολιτική. Άλλωστε, παρόμοιες «δομές» έχουν θεσμοθετηθεί καιρό πριν σε κράτη της ΕΕ, και κυριολεκτικά δένουν χειροπόδαρα τα θύματα της ακραίας φτώχειας που γεννάει το ίδιο το σύστημα.
Υπάρχει όμως και μια άλλη, βαθύτερη, στόχευση με αυτές τις «δομές στην υπηρεσία του πολίτη»: Να κατοχυρώνεται σαν αντίληψη και νοοτροπία ότι ακόμα κι αυτό το κακέκτυπο της «πρόνοιας» είναι ατομική - προσωπική ευθύνη. Ότι η κυβέρνηση απλά συγκροτεί το πλαίσιο, παρέχει πληροφόρηση για τις «εναλλακτικές» και τις «ευκαιρίες» κι από εκεί και πέρα είναι ατομική υπόθεση του καθενός να τα βγάλει πέρα με τον εργοδότη, την τράπεζα, την πείνα, τη φτώχεια.
Χώρια που, για να έχει κανείς πρόσβαση ακόμα και σ' αυτά τα ελάχιστα μέτρα ανακύκλωσης της φτώχειας, προϋπόθεση είναι να καταθέσει στα γκισέ των «δομών» του κράτους την αξιοπρέπειά του και κάθε προσδοκία για μια καλύτερη ζωή, όταν είναι αυτός που παράγει τον πλούτο και ενώ σήμερα υπάρχουν οι προϋποθέσεις να ικανοποιηθούν και με το παραπάνω όλες οι σύγχρονες και διευρυμένες λαϊκές ανάγκες...
                                                                                                                                        "Ρ"

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Απολογισμοί... 

 

Σ' έναν απολογισμό -κάτι ανάμεσα σε έκθεση ιδεών, απολογισμό προς το κεφάλαιο και άνοστη προπαγανδιστική σούπα- για τη δίχρονη διακυβέρνησή της, προχώρησε χτες βράδυ, με σημείωμά της, η κυβέρνηση.
Το ζήτημα, βέβαια, δεν είναι τόσο τα -χιλιοειπωμένα- παραμύθια που αναμασάει, για την «καμμένη γη» που παρέλαβε από ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, το τρίτο μνημόνιο «που δεν αποτυπώνει τους πολιτικούς στόχους της σημερινής κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, απέτρεψε, όμως, εκείνη τη στιγμή, την καταστροφή, ενώ έδωσε προοπτική και χαράσσει το δρόμο για την οριστική έξοδο της χώρας από την επιτροπεία», την «ανοικοδόμηση του κοινωνικού κράτους» (!), τις «αλλαγές» και τις «τομές» για τα μάτια του κεφαλαίου, που βαφτίζονται «μάχες» προς όφελος του λαού.
Το ζήτημα είναι η εργατική τάξη και ο λαός να κάνουν το δικό τους «ταμείο» από τα ξεφτισμένα παραμύθια περί φιλολαϊκής αστικής διαχείρισης εντός των τειχών του καπιταλισμού. Τα συμπεράσματα από τα αδιέξοδα της κυβερνητικής εναλλαγής να γίνουν απόφαση για δράση για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, το στέριωμα της Κοινωνικής Συμμαχίας, την αποφασιστική ενίσχυση του ΚΚΕ παντού. Εκεί είναι η διέξοδος για το λαό και όχι στο να κάνει απολογισμό από κυβέρνηση σε κυβέρνηση για το τι έχασε...
                                                                                                                                            "Ρ"

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Σύνδεσμος Ιδιωτικών Υπαλλήλων ΑΕ και Γραφείων Αθήνας 

 

Ο Σύνδεσμος Ιδ. Υπαλλήλων ΑΕ και Γραφείων χαιρετίζει τους χιλιάδες μικρομεσαίους αγρότες που σήμερα βγαίνουν και πάλι στον δρόμο του αγώνα, με το στήσιμο μπλοκ απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας, κλιμακώνοντας έτσι τις κινητοποιήσεις τους για τα δίκαια αιτήματά τους.
Η πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης, με τα μέτρα της νέας ΚΑΠ που εφαρμόζονται και των μνημονίων υπέρ του κεφαλαίου, συγκεντρώνει τη γη στα χέρια λίγων. Μια πολιτική, η οποία προκειμένου να εξυπηρετήσει την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων, οδηγεί την μικρομεσαία αγροτιά σε οριστικό αφανισμό. 
Οι μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι και οι βιομήχανοι που εκμεταλλεύονται τον μόχθο των αγροτών, θησαυρίζουν συγκεντρώνοντας τεράστια κέρδη.
Ο ΑΝΤΙΠΑΛΟΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΟΣ
Οι ιδιωτικοί υπάλληλοι σε κάθε χώρο δουλειάς αντιμετωπίζουν την ίδια εχθρική προς τα λαϊκά συμφέροντα πολιτική. Έχουμε απέναντι μας την ίδια σφοδρή επίθεση του μεγάλου κεφαλαίου και των κομμάτων του, αντιμετωπίζουμε καθημερινά τα ίδια μεγάλα προβλήματα.
Στηρίζουμε τον Δίκαιο Αγώνα των Μικρομεσαίων Αγροτών
  ΤΩΡΑ ΕΡΓΑΤΕΣ - ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ – ΑΓΡΟΤΕΣ,
ΟΛΟΙ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ,  ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΜΙΑ ΓΡΟΘΙΑ.

Να αξιοποιηθεί η πείρα

 

Η αναθέρμανση της διαπραγμάτευσης για την ολοκλήρωση της δεύτερης «αξιολόγησης» συμπίπτει με τη συμπλήρωση (στις 25/1) δύο χρόνων από τις εκλογές του 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε για πρώτη φορά τη διακυβέρνηση. Απ' αυτήν τη σκοπιά, οι συνειρμοί είναι αναπόφευκτοι. Αν κάτι επιβεβαιώθηκε αυτά τα δύο χρόνια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε το νήμα της αντιλαϊκής πολιτικής από εκεί που το άφησαν οι προηγούμενοι, φορτώνοντας στο λαό ένα ακόμα μνημόνιο και πολλά νέα μέτρα.
Η «πρώτη φορά Αριστερά», σύνθημα με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές, αποδείχτηκε το ίδιο αντιλαϊκή με τις κυβερνήσεις των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, κόμματα με τα οποία άλλωστε ψήφισαν μαζί το τρίτο μνημόνιο. Η κυβερνητική εναλλαγή, στην οποία επένδυσε μεγάλο μέρος του λαού το 2015, με την ελπίδα ότι θα απαλλαγεί από την πολιτική των μνημονίων και τα απανωτά μέτρα των κυβερνήσεων ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, αποδείχτηκε ότι δεν μπορεί να αποτελεί λύση και διέξοδο από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων και αναγκών.
Ιδιαίτερα στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης, το «άστρο» του ΣΥΡΙΖΑ έλαμψε κυριολεκτικά ως εφεδρεία για το κεφάλαιο, στο έδαφος της λαϊκής δυσαρέσκειας που κορυφώθηκε, εξαιτίας της επιτάχυνσης των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων με όχημα τα μνημόνια. Η γρήγορη προσαρμογή και εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, από οπορτουνιστικό κόμμα σε κυρίαρχο φορέα της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, ήταν το διαβατήριο για να κατοχυρωθεί ως εναλλακτική για το κεφάλαιο κυβερνητική δύναμη, μέσα από ευρύτερες διεργασίες αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος.
Στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ σημειώνεται σχετικά: «Αυτό που αναγνωρίζει η αστική τάξη και οι ξένοι σύμμαχοί της δεν είναι μόνο η αντιλαϊκή νομοθετική αποφασιστικότητα της κυβέρνησης Τσίπρα στη στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας (χαρακτηριστικό που είναι, άλλωστε, κοινό σε όλα τα αστικά κόμματα), αλλά η ικανότητά της να "βαφτίζει το κρέας ψάρι".
Αναγνωρίζουν την ικανότητά της να αμβλύνει τις λαϊκές αντιστάσεις, προβάλλοντας ιδεολογική διαφοροποίηση από τη ΝΔ, να ενσωματώνει στο σύστημα, να αποπροσανατολίζει, να εξαπατά μαζικά και επαναλαμβανόμενα τα λαϊκά στρώματα, κάτι που είχε γίνει μετά το 1981, με την ανάληψη της πρώτης διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ. Αυτό είναι και το βασικό "χαρτί" που παίζει και αξιοποιεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπαράθεσή της με τα άλλα αστικά κόμματα».
Όλα τα προηγούμενα χρόνια, το ΚΚΕ έδωσε μάχη για να αποκαλύψει τον πραγματικό χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν προειδοποίησε μόνο το λαό για τις συνέπειες από τον εγκλωβισμό στις φρούδες ελπίδες και τις αυταπάτες που μοίραζε αφειδώς ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από την πρώτη στιγμή μπήκε μπροστά και οργάνωσε αγώνες, προκειμένου να μην περάσουν τα νέα μνημόνια και μέτρα, να σπάσει στην πράξη το κλίμα ανοχής ή/και στήριξης που καλλιεργούσε το κεφάλαιο στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι τα πράγματα για το λαό και το κίνημα θα ήταν πολύ χειρότερα σήμερα, αν το ΚΚΕ είχε παρασυρθεί απ' το ρεύμα, αν είχε συνταχθεί στα «αντιμνημονιακά μέτωπα» του ΣΥΡΙΖΑ, αν είχε συμπράξει σε κυβερνητικές λύσεις εντός του συστήματος, εντός της εξουσίας του κεφαλαίου.
Σήμερα που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δοκιμαστεί και έχει κριθεί στη συνείδηση της πλειοψηφίας του λαού ως «μια από τα ίδια», προβάλλει η αναγκαιότητα τα συμπεράσματα από το αδιέξοδο της κυβερνητικής εναλλαγής να μπουν με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στη ζωή. Η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, η ενίσχυση των αντικαπιταλιστικών αντιμονοπωλιακών χαρακτηριστικών της πάλης του λαού, το στέριωμα της Κοινωνικής Συμμαχίας και η ενίσχυση του ΚΚΕ, είναι αυτά που μπορούν να δώσουν διέξοδο στο λαό, να ανοίξουν το δρόμο για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών του.
                                                                                                                      "Ρ"

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017






 Πέθανε ο Λένιν;

Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από τον κόσμο όπου 8 μόλις άτομα κατέχουν πλούτο που ισούται με τα υπάρχοντα 3,5 δισεκατομμυρίων ανθρώπων, δηλαδή το 50% του πληθυσμού της Γης.

Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από τον κόσμο των 3 δισεκατομμυρίων ανθρώπωνπου «ζουν» με 1,5 δολάρια την ημέρα.

Ένα ερώτημα πλανάται  πάνω από την Ευρώπη των 120 εκατομμυρίων φτωχών και απόκληρων.

Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από την Ελλάδα της καταχνιάς, της κατάθλιψης, της αιθαλομίχλης και των 2.460 αυτοκτονιών το διάστημα 2010-2014: «Τι να κάνουμε;»…

Στις αρχές του περασμένου αιώνα, σε άλλες (;) συνθήκες το ερώτημα είχε τεθεί και είχε απαντηθεί από τον άνθρωπο που σήμερα συμπληρώνονται 93 χρόνια από τον θάνατό του, στις 21 Γενάρη 1924: Τον Λένιν.
 Κατ’ αρχάς, όμως, τι σόι άνθρωπος, τι σόι τύπος ήταν ο Λένιν, ώστε να αξίζει να δώσουμε βάση στην άποψή του για το «τι να κάνουμε» εμείς σήμερα;
«Λένιν, ο πιο ανθρώπινος άνθρωπος»,
έγραφε μετά τον θάνατό του ο Μαγιακόφσκι. Αλλά ο Μαγιακόφσκι λάτρευε τον Λένιν και ίσως δεν θα μπορούσε να είναι αντικειμενικός στην κρίση του.

Είναι σημαντικότερο, επομένως, να μας περιγράψει την προσωπικότητά του κάποιος που οι σχέσεις του μαζί του υπήρξαν, το λιγότερο, πολυκύμαντες:

«Ο Λένιν – γράφει ο Τρότσκι – ανεχόταν την νεροποντή από εγκώμια με τον τρόπο που ένας ανυπόμονος πεζός υπομένει τη βροχή κάτω από μια ξώπορτα».  
Και ως πολιτικός, ως ηγέτης; Ο Τρότσκι πάλι αναφέρει: 
«Δεν επέβαλε το σχέδιό του στις μάζες. Βοηθούσε τις μάζες να συλλάβουν και να πραγματοποιήσουν τα δικά τους σχέδια».    
Αλλάδεν έχει λιγότερη σημασία να δει κανείς πως μιλούσαν για τον Λένιν οι ίδιοι οι ταξικοί του αντίπαλοι:
«Ο Λένιν ήτο η επιφανεστέρα των προσωπικοτήτων που ανέδειξεν ο τελευταίος παγκόσμιος πόλεμος»
σημείωναν σε άρθρο τους οι Τάϊμς της Νέας Υόρκης την επόμενη του θανάτου του ενώ οι Τάϊμςτουτ Λονδίνου έκαναν λόγο για 
«το σιδερένιο θάρρος του, την ακλόνητη αποφασιστικότητα του και την ολοκληρωτική έλλειψη κάθε ιδιοτελούς συμφέροντος μέσα στον αγώνα»(https://atexnos.gr, 20/1/2017)
Όσο για τα παρακάτω δεν τα έγραψε κάποιος «όποιος κι όποιος». Και κυρίως δεν τα ισχυρίζεται κάποιος που πάσχει από μαρξιστικές και λενινιστικές «παρωπίδες». Ο ύμνος στον Μαρξ και τον Λένιν προέρχεται από έναν υπουργό Οικονομικών του… Ρήγκαν!  Τον ΠολΚρεγκΡόµπερτς. Έγραψε:
«Αν ο Μαρξ και ο Λένιν ήταν σήµερα ζωντανοί, θα ήταν βασικοί διεκδικητές του βραβείου Νόµπελ για την οικονοµία. Ο Μαρξ προέβλεψε την προϊούσα εξαθλίωση των εργαζοµένων και ο Λένιν προείδε την υποταγή της υλικής παραγωγής στη συσσώρευση κερδών του χρηµατοπιστωτικού κεφαλαίου. Οι προβλέψεις τους είναι κατά πολύ ανώτερες από τα “οικονοµικά µοντέλα” που σήµερα βραβεύονται µε Νόµπελ και από τις προβλέψεις των κεντρικών τραπεζιτών, των υπουργών Οικονοµικών και των νοµπελιστώνοικονοµολόγων...» (1)
Φυσικά ο Λένιν δεν θα πάρει ποτέ το βραβείο Νόμπελ. Παρότι είναι ο άνθρωπος που με διεξοδικό τρόπο προσδιόρισε αυτό που ζούμε (και) σήμερα: Δηλαδή τον ζυγό του «αποικιακού» και «τοκογλυφικού ιµπεριαλισµού» (2). Ο Λένιν, αντίθετα, θα συνεχίσει να βαφτίζεται «ξεπερασμένος» από τους αδαείς. Αλλά θα είναι πάντα εκείνος που ανέλυσε ότι:
«Χαρακτηριστικό του καπιταλισµού γενικά είναι ότι χωρίζει την ιδιοκτησία του κεφαλαίου από την χρησιµοποίηση του κεφαλαίου στην παραγωγή, ότι χωρίζει το χρηµατικό κεφάλαιο από το βιοµηχανικό ή το παραγωγικό (…). Ο ιµπεριαλισµός ή η κυριαρχία του χρηµατιστικού κεφαλαίου είναι η ανώτατη εκείνη βαθµίδακαπιταλισµού όπου ο χωρισµός αυτός παίρνει πελώριες διαστάσεις. Η υπεροχή του χρηµατιστικού κεφαλαίου πάνω σε όλες τις υπόλοιπες µορφές κεφαλαίου σηµαίνει κυρίαρχη θέση του εισοδηµατία και της χρηµατιστικής ολιγαρχίας, σηµαίνει ξεχώρισµα µερικών κρατών που κατέχουν τη χρηµατιστικήδύναµη, απ’ όλα τα υπόλοιπα» (3).
Ο Λένιν δεν θα πάρει ποτέ το Νόμπελ. Βλέπετε όσα είχε να μας πει (από τότε!) για την κυρία… Μέρκελ και για τα «χαιδεμένα παιδιά» των εκάστοτε «Μέρκελ» που είναι σπαρμένα στις «μισοαποικίες» των μεγάλων Δυνάμεων, είναι ενοχλητικά. Έγραφε:
«Το κεφάλαιο έγινε διεθνές και μονοπωλιακό. Ο κόσμος είναι μοιρασμένος ανάμεσα σε μια χούφτα μεγάλες Δυνάμεις, δηλαδή Δυνάμεις που έχουν επιτυχίες στη μεγάλη καταλήστευση και καταπίεση των εθνών (...) η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία έχουν τοποθετήσεις στο εξωτερικό όχι μικρότερες από 70 δισεκατομμύρια ρούβλια. Για να εισπράττουν το "θεμιτό" εισοδηματάκι τους από το στρογγυλούτσικο αυτό ποσό - ένα εισοδηματάκι που ξεπερνάει τα τρία δισεκατομμύρια ρούβλια το χρόνο - υπάρχουν οι εθνικές επιτροπές των εκατομμυριούχων, που ονομάζονται κυβερνήσεις, που διαθέτουν στρατό και πολεμικό στόλο και "τοποθετούν" στις αποικίες και στις μισοαποικίες τα χαϊδεμένα παιδιά και τα αδέλφια "του κυρίου δισεκατομμυρίου" σαν αντιβασιλείς, προξένους, πρεσβευτές, κάθε λογής υπαλλήλους, παπάδες και άλλες βδέλλες» (4).

 Παρόλα αυτά,το ερώτημα παραμένει: Έχει να πει κάτι ο Λένιν στους εργαζόμενους και στους άνεργους, σήμερα; Έχουν νόημα τα λόγια του στην εποχή του Wi – Fi; Μπορούν να ακουστούν μέσα σε όλη αυτή την οχλαγωγία από το σαφάρι των Πόκεμον; Και κυρίως:Τι προοπτική, τι διδάγματα μπορεί να προσφέρει η πολιτική δράση του εκατό χρόνια μετά, τώρα που επήλθε πια  το «Τέλος της Ιστορίας»και το εγχείρημα της Οκτωβριανής Επανάστασης ανατράπηκε;

Μια σκέψη είναι αυτή που διατυπώθηκε από τον Σαρτρ: Ο μαρξισμός, έλεγε ο Γάλλος φιλόσοφος,
«είναι αξεπέραστος διότι δεν ξεπεράστηκαν οι συνθήκες που τον ανέδειξαν».
Και ο Λένιν δεν εκπροσωπεί τίποτα λιγότερο από αυτό: Τον μαρξισμό στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Δηλαδή την εποχή της απόλυτης κυριαρχίας των μονοπωλίων στον κόσμο. Η’ μήπως σήμερα, επί «Ζήμενς» και «Κρούπ», επί Novartisκαι Ντόιτσε Μπανκ,επί τραπεζιτών και εργολάβων, ζούμε σε κάποια άλλη εποχή;

Αν πάλι ο Σαρτρ δεν ακούγεται και τόσο πειστικός στα αυτιά ορισμένων, τότε τους προτείνουμε να λάβουν τοις μετρητοίς τον κ.Σαμαρά και τον κ.Τσίπρα. Αυτοί είναι που επί πρωθυπουργίας του πρώτου μνημόνευαν τον Λένιν στη Βουλή συχνότερα κι από το ΚΚΕ. Ας πάρουν τοις μετρητοίς και τον κ.Στουρνάρα. Αυτός (!) ήταν που επαναλάμβανε ότι διαβάζει τον Λένιν. Ανελλιπώς μάλιστα, όπως έλεγε από τη θέση του υπουργού Οικονομικών.

Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά από κάθε του υπογραφή κάτω από κόφτες και μνημόνια, είναι σύνηθες να βγαίνει και κάποιος «αριστερούλης» του (πρώτος διδάξας ο κ.Τσίπρας αμέσως μετά την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου) για να ξεπλύνει την ξεφτίλα του – πως; -  απαγγέλλοντας Λένιν.

Οι μαρτυρίες όλων των παραπάνω όσο να ‘ναι μια κάποια πιστοποίηση της επικαιρότητας της λενινιστικής παρακαταθήκης προσφέρουν.  Ειδικά αν αναλογιστούμε όσα διαπράττουν. Γεγονός που πείθει ότι ο λόγος που αναφέρονται στον Λένιν και ξεπατικώνουν τσιτάτα του, είναι για να κάνουν τα ακριβώς αντίθετα…    
«Τι να κάνουμε;», συνεπώς. Αλλά όχι κατά τους παραχαράκτες του Λένιν, μα σύμφωνα με τον ίδιο τον μπολσεβίκο ηγέτη;


Χρέος


Για παράδειγμα, στην Ελλάδα που λιμοκτονεί υπό το βάρος των χρεών έχει ο Λένιν να μας πει κάτι; Έχει να προτείνει κάτι στους Έλληνες του μόχθου που – ως μη όφειλαν - έχουν πληρώσει αυτά τα χρέη χίλιες φορές, αλλά τους επιβάλλουν να τα πληρώσουν άλλες χίλιες;   

«…νομίζουμε – έλεγε ο Λένιν απευθυνόμενος στους λαούς της Ευρώπης και όλου του κόσμου - πως για την ακύρωση των χρεών  θα αναγκαστούν (σσ: οι λαοί) να περιμένουν κάτι άλλο και να δουλέψουν σε κάποια άλλη κατεύθυνση, χωρίς να υπολογίζουν στη "γενναιοψυχία" των κυρίων καπιταλιστών».

Τι έκανε λοιπόν ο Λένιν που δεν επαφίετο στην «γενναιοδωρία» των τοκογλύφων και των κερδοσκόπων και φυσικά δεν «διαπραγματευόταν» μαζί τους;
Το Γενάρη του 1918, η σοβιετική κυβέρνηση, με διάταγμα υπογεγγραμμένο από τον Λένιν, ακύρωσε τα εσωτερικά και εξωτερικά δάνεια που είχε συνάψει η τσαρική και η Προσωρινή κυβέρνηση. Τέλος!
Όμως, οι Μπολσεβίκοι, επειδή ακριβώς ήταν κομμουνιστές, δηλαδή και πατριώτες και διεθνιστές, την ώρα που οι πολιτικοί προπάτορες του ελληνικού αστικού πολιτικού κόσμου έστελναν στρατό εναντίον τους, εκείνοι, όσον αφορά την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, να τι έκαναν:
«Ένα άλλο οικονομικό μέτρο της σοβιετικής κυβέρνησης στον εξωτερικό τομέα ήταν η παραίτησή της από το Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο (ΔΟΕ), που επέβαλαν το 1897, μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, οι Μεγάλες Δυνάμεις στην Ελλάδα (...) από την Οχτωβριανή Επανάσταση η Ελλάδα απεκόμισε οικονομικά οφέλη. Η νεαρή Σοβιετική Δημοκρατία, με απόφαση του Δεύτερου Συνεδρίου των Σοβιέτ, απάλλαξε την Ελλάδα από το χρέος που όφειλε στη Ρωσία και ανερχόταν στα 100 εκατομμύρια χρυσά γαλλικά φράγκα. Ακόμα, η σοβιετική κυβέρνηση παραιτήθηκε από τα δικαιώματά της στο ΆγιοΌρος, καθώς και από τις ιδιοκτησίες του τσαρικού κράτους σε διάφορα ευαγή ιδρύματα στην Ελλάδα (…)» (Κώστας Αυγητίδης, «Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα (1918-1920)», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).
Έτσι αντιμετώπισαν, λοιπόν, οι Μπολσεβίκοι και ο Λένιν τα θέματα του χρέους.

Κυβερνήσεις


Και για τους εκάστοτε «σωτήρες» μας; Έχει να πει κάτι ο Λένιν που να εξηγεί τον ρόλο τους; Η άποψή του δεν μας φαίνεται και πολύ παράταιρη:
«Σε μια κοινωνία – έλεγε - που βασίζεται (…) στην υποδούλωση των εκατομμυρίων φτωχών και εργαζομένων από μια χούφτα πλουσίων, η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να είναι ο πιο πιστός φίλος και σύμμαχος των εκμεταλλευτών, ο πιο πιστός φρουρός της εξουσίας τους. Και για να είναι σίγουρος φρουρός, δεν αρκούν στον καιρό μας τα κανόνια, οι ξιφολόγχες και ο βούρδουλας: Πρέπει να φροντίσεις να υποβάλλεις στα θύματα της εκμετάλλευσης την ιδέα ότι η κυβέρνηση στέκεται πάνω από τις τάξεις, ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ευγενών και της αστικής τάξης, αλλά τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, ότι φροντίζει να προστατεύει τους αδύναμους και τους φτωχούς από τους πλούσιους και τους ισχυρούς».

Τα διδάγματα της κρίσης


Μήπως ο Λένιν, που φυσικά δεν θα πάρει ποτέ το Νόμπελ - πράγμα που προφανώς ουδόλως θα τον ενδιέφερε και θα τον απασχολούσε – έχει να μας πει κάτι για την κρίση;
Είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρον για μας, τους βουλιαγμένους στις «μισοαποικίες» και στις «μητροπόλεις», τα θύματα των τοκογλύφων ιμπεριαλιστών,  τα υποζύγια των «χαιδεμένων παιδιών» της ολιγαρχίας, να πάρουμε υπόψη μας τις σκέψεις του Λένιν για «Τα διδάγματα της κρίσης». Και –κυρίως - να σκεφτούμε την άποψη του μεγαλύτερου επαναστάτη του 20ου αιώνα γύρω από τα πολιτικά συμπεράσματα που απορρέουν από την κρίση. Ο Λένιν έγραφε:

«Για να βγει κέρδος από μια επιχείρηση, πρέπει να πουληθούν τα εμπορεύματα, να βρεθούν αγοραστές. Και αγοραστής πρέπει να είναι κατ' ανάγκην όλη η μάζα του πληθυσμού, γιατί οι τεράστιες επιχειρήσεις παράγουν βουνά ολόκληρα από προϊόντα. Σ' όλες όμως τις κεφαλαιοκρατικές χώρες τα εννιά δέκατα του πληθυσμού αποτελούνται από φτωχούς: από εργάτες που παίρνουν ένα πενιχρότατο μεροκάματο, από αγρότες που, στη μεγάλη τους μάζα, ζουν χειρότερα κι από τους εργάτες.

Και να που, όταν η μεγάλη βιομηχανία σε περίοδο άνθησης παίρνει φόρα για να παράγει όσο το δυνατό περισσότερα, ρίχνει στην αγορά τόσο μεγάλη ποσότητα προϊόντων, που δεν είναι σε θέση να τα πληρώσει η φτωχή πλειονότητα του λαού. Αυξάνει ολοένα ο αριθμός των μηχανών, των εργαλείων, των αποθηκών, των σιδηροδρόμων κτλ., όμως, από καιρό σε καιρό διακόπτεται αυτή η αύξηση, γιατί η μάζα του λαού, για την οποία, σε τελευταία ανάλυση, προορίζονται όλοι αυτοί οι βελτιωμένοι τρόποι παραγωγής, παραμένει σε φτώχεια τέτοια, που φτάνει τα όρια της εξαθλίωσης.

Η κρίση δείχνει ότι η σύγχρονη κοινωνία θα μπορούσε να παράγει ασύγκριτα περισσότερα προϊόντα για την καλυτέρευση της ζωής όλου του εργαζόμενου λάου, αν δεν είχαν αρπαχτεί η γη, τα εργοστάσια, οι μηχανές κ.τ.λ. από μια χούφτα ατομικούς ιδιοχτήτες, που βγάζουν εκατομμύρια από τη λαϊκή εξαθλίωση.

Η κρίση δείχνει ότι οι εργάτες δεν μπορούν να περιοριστούν μόνο στην πάλη για μερικές παραχωρήσεις από μέρους των κεφαλαιοκρατών: στην περίοδο της αναζωογόνησης της βιομηχανίας μπορούν να καταχτηθούν τέτοιες παραχωρήσεις (...) όμως επέρχεται η κρίση και οι κεφαλαιοκράτες όχι μόνο παίρνουν πίσω τις παραχωρήσεις που έκαναν, αλλά και επωφελούνται από την αδυναμία των εργατών για να κατεβάσουν ακόμα πιο πολύ τα μεροκάματα. Κι αυτό θα συνεχίζεται αναπότρεπτα, ώσπου οι στρατιές του σοσιαλιστικού προλεταριάτου να γκρεμίσουν την κυριαρχία του κεφαλαίου (…)» (5).
 Εκτός από λόγια, όμως, ο Λένιν συνήθιζε να κάνει και πράξεις. Οι οποίες συμβάδιζαν με τα λόγια του. Ως εκ τούτου, πιστός στις θέσεις του να μην επαφίεται στην «γενναιοδωρία» των δημίων του λαού, πιστός στην θέση του για το ξεπέρασμα της κρίσης υπέρ των πολλών, πιστός στη θέση του ότι οι κυβερνήσεις του λαού δεν στέκονται «πάνω από τάξεις» αλλά εκπροσωπούν την τάξη των καταπιεσμένων, φρόντισε: 

1)   Στις26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης –να υπογράψει το Διάταγμα για την Ειρήνη με το οποίο έβγαζε τη Ρωσία έξω από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και έξω από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν είχε υπογράψει, δηλαδή, κανένα κείμενο με το οποίο να αναγνωρίζει την παραμονή της Ρωσίας σε κανένα «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» με τους ιμπεριαλιστές ούτε κανένα κείμενο που έθετε την εσωτερική πολιτική στη Ρωσία υπό την «αξιολόγηση», την «εποπτεία» και την «επιτήρηση» των ιμπεριαλιστών.   

2)   Την ίδια μέρα (26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης) είχε ήδη υπογράψει το Διάταγμα για τη Γη με το οποίο καταργήθηκε – χωρίς καμία αποζημίωση - η ιδιοκτησία της γης από τους τσιφλικάδες, συμπεριλαμβανομένης της αυτοκρατορικής και της μοναστηριακής. Δεν είχε δηλαδή υπογράψει τίποτα που να μιλά για επέκταση των ιδιωτικοποιήσεων, για το ξεπούλημα του λιμανιού στην Cosco, των αεροδρομίων στη Fraport, του ΟΣΕ στους Ιταλούς και του Ελληνικού στον Λάτση.

3)   Πάλι την ίδια μέρα (26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης) είχε ήδη υπογράψει το Νομοσχέδιο για τον Εργατικό έλεγχο στις  βιομηχανικές, εμπορικές και τραπεζικές επιχειρήσεις.

4)   Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση είχε ήδη υπογράψει (στις 14 Δεκέμβρη 1917) τον νόμο για την Εθνικοποίηση των Τραπεζών. Δεν είχε δηλαδή υπογράψει κανένα κείμενο που να λέει ότι οι τραπεζίτες θα συνέχιζαν να πίνουν το αίμα του λαού μέσω τραπεζών που θα συνέχιζαν να ανακεφαλαιοποιούνται με λεφτά του λαού.

5)   Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση είχε ήδη υπογράψει (στις 18 Γενάρη 1918) την Εθνικοποίηση του εμπορικού στόλου.Δεν πήγαινε δηλαδή στην Ένωση Εφοπλιστών μοιράζοντας φοροαπαλλαγές στους εφοπλιστές μαζί με υποκλίσεις στον «πατριωτισμό» τους.

6)   Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση (στις 9 Γενάρη 1918) υπέγραψε – επαναλαμβάνουμε - το Διάταγμα Ακύρωσης όλων των Εσωτερικών και Εξωτερικών Δανείων που είχε υπογράψει η τσαρική και η προηγούμενη αστική κυβέρνηση. Αρνήθηκε, δηλαδή, να πληρώνει εγχώριους και ξένους κλέφτες, ληστές, κερδοσκόπους και τοκογλύφους, τους είπε αν θεωρούν πως έχουν λαμβάνειν να πάνε να τα πάρουν από εκείνους που τα είχαν ξεκοκαλίσει και όχι από το ρώσικο λαό, και φυσικά ουδέποτε υπέγραψε κείμενο όπως αυτό:«Οι ελληνικές αρχές επαναλαμβάνουν την αδιαμφισβήτητη δέσμευσή τους να τηρήσουν τις δανειακές υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές, πλήρως και έγκαιρα»…

Οι μετρ του εξυπνακισµού, φυσικά, επιμένουν: «Ναι», θα µας πουν ειρωνικά, «αλλά όση “σοφία” κι αν κρύβουν τα παραπάνω λόγια του Λένιν, όση αποφασιστικότητα κι αν δείχνουν οι πράξεις του, αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι τα “καθεστώτα’’ που δημιουργήθηκαν από τον Λένιν και τους οµοίους του κατέρρευσαν».
Από τέτοιες τοποθετήσεις του συρµού άλλο τίποτα. Αυτού του τύπου οι αναγνώσεις της Ιστορίας είναι τόσο «εμβριθείς», ώστε να µην προκαλεί πια καµία εντύπωση ότι παραγνωρίζουν ακόµη και τα στοιχειώδη:
Πρώτον, ότι μετά από την ήττα που επέφεραν στο όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης οι εξελίξεις στις χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», η αλήθεια  που περιέχεται στη σκέψη του ΟσκαρΟυάιλντ  γίνεται ακόμα πιο επίκαιρη: «Ένας χάρτης του κόσµουπου δεν περιέχει την Ουτοπία δεν αξίζει να τον κοιτάξεις καν, γιατί αφήνει έξω τη µόνη χώρα όπου η Ανθρωπότητα πάντα θα προσγειώνεται. Κι όταν προσγειωθεί, κοιτάζει πέρα και, βλέποντας µια καλύτερη χώρα, ξεκινάει για εκεί. Πρόοδος είναι η υλοποίηση της µιας µετά την άλλη Ουτοπίας».

Δεύτερον, ότι ο Λένιν – και εδώ μιλάμε για τον Λένιν – είχε ξεκαθαρίσει πολύ νωρίς στους επιγόνους του: «Κανένας στον κόσμο δεν μπορεί να μας τσακίσει αν δεν κάνουμε καμιά υπερφυσική ανοησία», έγραφε. Το να χρησιμοποιείς τις μεθόδους του καπιταλισμού στο όνομα της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού» είναι προφανώς περισσότερο κι από την «υπερφυσική ανοησία», για την οποία προειδοποιούσε ο Λένιν.

Τρίτον, ότι στο πανανθρώπινο αίτημα να «ξελασπώσουμε το μέλλον» δεν υπάρχει άλλος δρόμος από εκείνον που περιέγραφε ο Μαρξ αμέσως μετά την ήττα της Παρισινής Κομμούνας: «Πέθανε η Επανάσταση. Ζήτω η Επανάσταση»!
 Ο Λένιν, λοιπόν, εκείνο που πάνω απ’ όλα συμβολίζει, για μας φυσικά, είναι η αστείρευτη δύναμη που περικλείεται στην μετατροπή του κοινωνικού δίκιου σε πολιτική δράση.
Συμβολίζει εκείνη την ακατάβλητη ζωντάνια της σκέψης και της θεωρίας που δεν γίνεται «πατρόν», δεν γίνεται «δόγμα», αλλά εργαλείο και καθοδήγηση για δράση στην προοπτική ενός κόσμου χωρίς ίχνος δεσποτισμού, όπου
«η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός συνιστά προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων».
Αυτός είναι και ο λόγος της «αθανασίας» του Λένιν αλλά και ο λόγος που κανένας – κομμουνιστής τουλάχιστον – δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει με τα λόγια του Μαγιακόφσκι:
«Επιμένουμε: Μην κάνετε τον Λένιν στάμπες/ Μην τυπώνετε το πορτρέτο του σε πλακάτ,/κερόπανα, πιάτα, ποτήρια, ταμπακέρες./ Μην κάνετε τον Λένιν μπρούντζο./ Μην του αφαιρείτε το ζωντανό του βάδισμα/ και το ανθρώπινό του πρόσωπο/ που ο ίδιος μπόρεσε να διαφυλάξει/ ποδηγετώντας την ιστορία./ Ακόμα ο Λένιν είναι της γενιάς μας άνθρωπος/ ζωντανός με τους ζωντανούς/ αφήστε τον να είναι ζωντανός, όχι πεθαμένος/- Διά ταύτα - κάνετε τον Λένιν δάσκαλό σας/ αλλά μην τον αγιοποιήσετε./ Θρησκεία μην κάνετε τ' όνομα ενός ανθρώπου/ που σ' όλη του τη ζωή πολέμαγε όλες τις θρησκείες/ μην τον κάνετε σκεύος λατρείας για να το ρίξτε στο εμπόριο - μην εμπορευτείτε τον Λένιν»
 ***
(1) ΠολΚρεγκΡόµπερτς, υπουργός Οικονοµικών των ΗΠΑ επί προεδρίας Ρίγκαν, περιοδικό CounterPunch, Τα Νέα, 9.10.2010.
(2) Λένιν, Άπαντα, τόµος 27, σελ. 367, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
(3) Λένιν, Άπαντα, τόµος 27, σελ. 362, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
(4) Λένιν, Άπαντα, τόμος 26, σελ. 360 - 363, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
(5) Λένιν, απόσπασμα από το άρθρο «Τα διδάγματα της κρίσης», δημοσιεύτηκε στην «Ισκρα» τον Αύγουστο του 1901, «Απαντα», τόμος 5ος, σελ. 85 - 86, έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»).
                                                                                           Ν.Μπογιόπουλος

«Μπουμ» στην ευελιξία

 

Το «μπουμ» της ευελιξίας στην αγορά εργασίας και η δραματική συρρίκνωση των μισθών για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων καταγράφονται, για άλλη μια χρονιά, στο Πληροφοριακό Σύστημα «Εργάνη» για το 2016.
Η μονιμοποίηση και δραματική επέκταση της μερικής απασχόλησης και της εκ περιτροπής εργασίας, που μαζί με τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου αφορούν πλέον το 1/3 του συνόλου των μισθωτών, το γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτοί λαμβάνουν το μήνα 100 και 200 ευρώ μισθό, ενώ πλέον το 50% έχει μηνιαίο εισόδημα ως «ταβάνι» τα 800 ευρώ μεικτά, αποδεικνύουν τον πραγματικό στόχο, αλλά και την αποτελεσματικότητα των αντιλαϊκών μέτρων που πάρθηκαν με ιδιαίτερη ένταση τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης.
Με αυτά τα μέτρα, η εργατική δύναμη γίνεται διαρκώς φθηνότερη για το κεφάλαιο, προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας, από την οποία όμως τίποτα δεν έχουν να κερδίσουν τα λαϊκά στρώματα.
Οταν, μάλιστα, μπροστά σ' αυτήν τη ζούγκλα της αγοράς εργασίας η κυβέρνηση βλέπει «θετική δυναμική», γίνεται φανερό ότι η «δίκαιη ανάπτυξη» που υπόσχεται, θα είναι ένα δράμα δίχως τέλος και όχι το τέλος του δράματος για τις εργατικές - λαϊκές οικογένειες, όπως τους υπόσχονται.
Οπως, άλλωστε, προκύπτει και από την απάντηση της Κομισιόν σε Ερώτηση ευρωβουλευτή του ΚΚΕ, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν στερείται φαντασίας στην εξεύρεση εργαλείων για να τονώνει την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Ετσι, δίπλα σε όλα τα «λουλούδια της ευελιξίας», προσθέτει άλλο ένα: Τη «μερική ανεργία», ως μια νέα μορφή απασχόλησης, που τη σερβίρει σαν φάρμακο για την αντιμετώπιση της ανεργίας και την «ομαλή προσαρμογή της αγοράς εργασίας»!
Σ' αυτό το πλαίσιο, όπως αποκάλυψε χτες το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη», ο ψευδεπίγραφος «Ευρωπαϊκός Πυλώνας Κοινωνικών Δικαιωμάτων», που αυτό το διάστημα προωθείται στην ΕΕ, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά η συστηματοποίηση και η αξιοποίηση με ένα μίνιμουμ κοινών κανόνων των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, προκειμένου να ρυθμιστούν ζητήματα που έχουν σχέση με τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε κράτη και σε κλάδους, και όχι βέβαια για να διασφαλιστούν τα συμφέροντα όσων «ξεροσταλιάζουν» στην ευελιξία και διαρκώς αυξάνονται.
Επιβεβαιώνεται έτσι ότι αυτό που στη χώρα μας εμφανίζεται από την κυβέρνηση ως «εξαίρεση» στο «ευρωπαϊκό κεκτημένο» αποτελεί τον κανόνα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Εναν κανόνα που το κεφάλαιο και τα όργανα της ΕΕ επιδιώκουν να σταθεροποιήσουν με κάθε μέσο, περνώντας «διά πυρός και σιδήρου» τα εργατικά δικαιώματα όλων των εργαζομένων.
Το ζοφερό αυτό μέλλον για την εργατική τάξη όχι μόνο της χώρας μας, αλλά και άλλων χωρών, υπέδειξε με τον τρόπο του και ο «πολύς» κ. Τόμσεν του ΔΝΤ, δηλώνοντας ότι η ανεργία στη χώρα μας θα επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα μόνο μετά από δύο δεκαετίες. Ανάλογες εκτιμήσεις για την πορεία της ανεργίας, σε σχέση πάντα με τις μεγάλες επισφάλειες της οικονομίας, κάνουν κι άλλοι αστοί μελετητές, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για άλλες χώρες.
Αν πρέπει να κρατήσουν κάτι οι εργαζόμενοι με αφορμή τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, είναι ότι η «ανάπτυξη» που τάζουν οι εγχώριοι και ξένοι υπερασπιστές της καπιταλιστικής ανάκαμψης, ακόμα και όταν επέλθει, θα έχει τεράστια ποσοστά ανεργίας, ενώ το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του δεν πρόκειται να επαναφέρουν στα επίπεδα πριν από την κρίση κανένα από τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα.
Ακριβώς μπροστά στην προοπτική της μόνιμα υψηλής ανεργίας, η απάντηση που εμφανίζουν ως «λύση» είναι «ευελιξία και πάλι ευελιξία», ελαχιστοποίηση του εργατικού εισοδήματος και οριστική ταφόπλακα στη σταθερή και πλήρη εργασία. Αυτό το μέλλον δεν πρέπει να το δεχτούν οι εργαζόμενοι για τα παιδιά τους.
Ο δρόμος, για να ανακτήσει το κεφάλαιο την υψηλή κερδοφορία του, ανοίγεται στα συντρίμμια των δικών τους δικαιωμάτων. Κι αυτός ο δρόμος δεν είναι των εργαζομένων και του λαού.
                                                                                                                                         "Ρ"
21/01/1924
Η καρδιά του Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ Λένιν, ηγέτη του προλεταριάτου της Ρωσίας, αλλά και της παγκόσμιας εργατικής τάξης, παύει να χτυπά. Ο άνθρωπος που το όνομά του έγινε σύμβολο για την παγκόσμια εργατική τάξη μαζί με των Μαρξ και Ενγκελς είχε γεννηθεί στις 22 Απρίλη 1870 στην πόλη Σιμπίρσκ, στο Βόλγα.
Ο Λένιν, ως θεωρητικός της επιστημονικής κοσμοθεωρίας της εργατικής τάξης, μελετώντας τα έργα των Μαρξ - Ενγκελς, ανέπτυξε παραπέρα το μαρξισμό στην εποχή του ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού, δηλαδή του ιμπεριαλισμού. Αλλά ανέπτυξε και τις θεωρητικές βάσεις της οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, του σοσιαλισμού. Ετσι, δίκαια ο Λένιν καθιερώθηκε μαζί με τους Μαρξ - Ενγκελς ως ένας από τους θεμελιωτές της κοσμοθεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού.
Ο Λένιν δεν ήταν μόνο θεωρητικός του μαρξισμού, αλλά συμμετείχε ο ίδιος άμεσα στην πρακτική δράση για την επαναστατική ανύψωση της εργατικής τάξης, επέμενε στην ίδρυση του δικού της κόμματος πάνω στις αρχές που ο ίδιος επεξεργάστηκε, τις αρχές του «Κόμματος Νέου Τύπου», τις αρχές του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και του προλεταριακού διεθνισμού, σε συνδυασμό με την επαναστατική στρατηγική, θέτοντας στο πρόγραμμά του την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ηταν επίμονος στην αρχή του προλεταριακού διεθνισμού και την ενιαία πάλη των κομμουνιστικών κομμάτων ενάντια στο διεθνή καπιταλισμό, με αποφασιστική συμβολή στην ίδρυση της Γ' Κομμουνιστικής Διεθνούς, στα 1919.
Ηταν φανατικός πολέμιος κάθε αναθεωρητικής και ρεφορμιστικής διαστρέβλωσης της επαναστατικής θεωρίας. Θεωρούσε ως έναν από τους πιο βασικούς όρους για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης την αδιάλλακτη πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό. Ως ηγέτης του ΣΔΕΚΡ, επικεφαλής της Κεντρικής του Επιτροπής, καθοδήγησε την Οχτωβριανή Επανάσταση και ήταν ο ηγέτης του πρώτου στον κόσμο εργατικού κράτους.

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Συμπλέουν αντιλαϊκά και στο Αγροτικό

 

«Μαγική εικόνα» για την κατάσταση που ζουν χιλιάδες μικρομεσαίοι αγρότες επιχείρησε να παρουσιάσει ο πρωθυπουργός στην προχτεσινή συζήτηση στη Βουλή.
Μάλιστα, η προσπάθεια αυτή δεν περιορίστηκε στην προκλητική αντιστροφή της πραγματικότητας που βιώνουν τα αγροτικά νοικοκυριά της υπαίθρου, αλλά επεκτάθηκε και στην καλλιέργεια φρούδων ελπίδων ότι το όραμα της «παραγωγικής ανασυγκρότησης» με μοχλό τον αγροτικό τομέα θα βελτιώσει σε βάθος χρόνου το εισόδημα και τις συνθήκες ζωής της μικρομεσαίας αγροτιάς.
Ολα αυτά στο πλαίσιο της ΚΑΠ της ΕΕ και του 3ου μνημονίου, που ψήφισαν από κοινού ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και εφαρμόζει απαρέγκλιτα η κυβέρνηση. Αυτό και μόνο είναι αρκετό για να αποκαλύψει την υποκρισία τους απέναντι στη μικρομεσαία αγροτιά και τον αγώνα που δίνει για να επιβιώσει.
Αλλωστε, όπως απέδειξε και η συζήτηση στη Βουλή, η αντιπαράθεσή τους δεν είναι για την ουσία της εφαρμοζόμενης αντιλαϊκής πολιτικής σε βάρος των αγροτών, αλλά για το κατά πόσο η κυβέρνηση διαθέτει επαρκές σχέδιο για την «ανασυγκρότηση» του αγροτικού τομέα, ενταγμένο στο γενικότερο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Παρακολουθώντας κανείς τον πρωθυπουργό στη συζήτηση, η εντύπωση που σχημάτιζε είναι ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι αγρότες καλύπτονται από την (ανεπαρκή ούτως ή άλλως) έκπτωση φόρου, ότι οι επιδοτήσεις και οι ενισχύσεις «τρέχουν από τα μπατζάκια» τους και ότι τα «εργαλεία» που τους παρέχουν κυβέρνηση και τραπεζίτες, όπως η «κάρτα του αγρότη», διασφαλίζουν την απρόσκοπτη συνέχιση της παραγωγής.
Τα πράγματα, βέβαια, δεν είναι έτσι. Για παράδειγμα, ο Αλ. Τσίπρας υπολόγισε γενναιόδωρα στα 6 δισ. ευρώ τα χρήματα που θα «κινηθούν» από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014 - 2020, χωρίς όμως να πει ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των κονδυλίων θα κατευθυνθούν σε μεγάλες επιχειρήσεις του αγροτοδιατροφικού τομέα και μόνο ένα μικρό μέρος θα πάρουν μεσαίοι και μικρότεροι αγρότες. Με τις ίδιες αναλογίες, άλλωστε, μοιράζονται και σήμερα οι διάφορες ενισχύσεις.
Οσο για την «κάρτα του αγρότη», αυτή δίκαια χαρακτηρίζεται από τους ίδιους «κάρτα του τραπεζίτη», καθώς το όριο αγορών ορίζεται αναλογικά προς τη βασική ενίσχυση, που είναι κάτω από 5.000 για το 80% των αγροτών. Επομένως, η ρευστότητα που μπορούν να αντλήσουν οι μικρομεσαίοι αγρότες, δεν επαρκεί για τις άμεσες ανάγκες της παραγωγής, ενώ οι τράπεζες θα έχουν εγγυημένο κέρδος 60 εκατ. ευρώ από τους τόκους.
Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος της ΝΔ παρουσίασε στη συζήτηση το δικό του σχέδιο, που προβλέπει «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και μετάβαση σε ένα νέο πρότυπο αγροτικής επιχειρηματικότητας», ρίχνοντας κι αυτός το βάρος στην ενίσχυση των αγροτοκαπιταλιστών, με μέτρα που συνθλίβουν τους μικρομεσαίους αγρότες και επιταχύνουν το ξεκλήρισμά τους από την παραγωγή.
Ανάλογες θέσεις παρουσίασαν και τα άλλα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης. Από τις παρεμβάσεις στη Βουλή, χρειάζεται να σχολιαστεί ξεχωριστά η προσπάθεια της Χρυσής Αυγής να ξεγελάσει τους μικρομεσαίους αγρότες ότι είναι με το μέρος τους.
Οι φασίστες της Χρυσής Αυγής ισχυρίστηκαν ότι η «παγκοσμιοποίηση» θέλει να εξοντώσει τους «Ελληνες αγρότες». Στην πραγματικότητα, όμως, από την πολιτική της ΕΕ και του κράτους βγαίνουν κερδισμένες οι μεγάλες επιχειρήσεις του αγροτοκτηνοτροφικού τομέα και της μεταποίησης, που ενισχύονται γενναιόδωρα σε βάρος της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Επιβεβαιώνεται δηλαδή, για άλλη μια φορά, ο χαρακτήρας του ναζιστικού μορφώματος ως κόμμα που κόπτεται για συμφέροντα μερίδων του κεφαλαίου.
Οι μικρομεσαίοι αγρότες έχουν πλέον την πείρα να ξεχωρίζουν «εχθρούς» και «φίλους» στο δίκαιο αγώνα που δίνουν για την επιβίωσή τους. Και χρειάζεται αυτή η πείρα να αξιοποιηθεί, ιδιαίτερα μπροστά στο νέο γύρο των κινητοποιήσεων που κλιμακώνεται με τα μπλόκα από την ερχόμενη Δευτέρα.
                                                                                                                                         "Ρ"

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Σύνδεσμος Ιδιωτικών Υπαλλήλων ΑΕ και Γραφείων Αθήνας

 Την τραμπούκικη επίθεση της Χρυσής Αυγής με την παρουσία και την ανοχή της αστυνομίας, ενάντια σε εκπαιδευτικούς και γονείς στο Πέραμα, καταγγέλλουν 10 σωματεία του Πειραιά.

Τα σωματεία Συνδικάτο Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου Αττικής και Εργαζομένων Ναυπηγ/κής Βιομηχανίας Ελλάδος, Σωματείο Κατεργασίας Ξύλου και Ναυπηγοξυλουργών, ΠΕΜΕΝ,«ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ», ΠΕΕΜΑΓΕΝ, ΠΕΣ/ΝΑΤ, Σύνδεσμος Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων και Ιδιωτικών Επιχειρήσεων Πειραιά,Συνδικάτο Εργαζομένων στην Ιδιωτική Υγεία Πειραιά, Πανελλήνια Ενωση Ελαιουργοσαπουνοποιών και το Παράρτημα Πειραιά του Συνδικάτου Οικοδόμων στην καταγγελία τους σημειώνουν ανάμεσα σε άλλα:
«Οι εργαζόμενοι του Πειραιά και όλης της χώρας έχουν αποδεχθεί τα προσφυγοπούλα στα σχολεία δίπλα στα δικά τους παιδιά. Τα σωματεία μας από την πρώτη στιγμή στάθηκαν δίπλα στους πρόσφυγες, έκαναν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να δείξουν την αλληλεγγύη τους υλικά και ηθικά, αλλά και να διεκδικήσουν από την κυβέρνηση άμεσα μέτρα ώστε οι πρόσφυγες να καταλήξουν το γρηγορότερο στον προορισμό που επιθυμούν, αλλά και όσο παραμείνουν στη χώρα μας, να ζουν σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας.
Καλούμε κάθε γονιό να απομονώσει τους εγκληματίες νεοναζί, που πατάνε πάνω στην άσχημη κατάσταση που ζούμε σαν εργαζόμενοι και προσπαθούν να μετατρέψουν τους θύτες σε θύματα.
Για την τραγική κατάσταση που αναγκάζει εκατομμύρια ανθρώπων να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, ευθύνη έχουν αυτοί που βάζουν τους λαούς όλου του κόσμου να σφάζονται στους πολέμους για το μοίρασμα των πετρελαίων και των πλουτοπαραγωγικών πηγών κάθε χώρας.
Οι εγκληματίες νεοναζί της Χρυσής Αυγής θα κάνουν ό,τι μπορούν για να μην καταλάβουν οι εργαζόμενοι ότι και για την κατάσταση των προσφύγων αλλά και την κατάσταση που ζούμε οι εργαζόμενοι στη χώρα μας, υπεύθυνοι είναι τα ξένα και τα ντόπια μονοπώλια που κερδίζουν δισεκατομμύρια από τις πολεμικές συγκρούσεις.
Αυτός είναι και ο λόγος που χρηματοδοτούν και στηρίζουν τη Χρυσή Αυγή όλα αυτά τα χρόνια.
Καλούμε τους εργαζόμενους της περιοχής του Πειραιά να υποδεχθούμε τα προσφυγόπουλα σαν να είναι παιδιά μας και μαζί να δυναμώσουμε τον αγώνα μας ενάντια στους πολέμους που σπέρνουν το θάνατο και την προσφυγιά».

Να μη βρίσκουν τόπο να σταθούν

 

Η νέα ρατσιστική επίθεση της Χρυσής Αυγής, προχτές στο σχολείο του Περάματος, επιβεβαιώνει για πολλοστή φορά τον ναζιστικό εγκληματικό χαρακτήρα της οργάνωσης και προκαλεί τη λαϊκή κατακραυγή.
Οι ναζιστές έβαλαν στο στόχαστρο παιδιά - θύματα του ιμπεριαλιστικού πολέμου και επιτέθηκαν τραμπουκίζοντας γονείς και εκπαιδευτικούς που αντιστάθηκαν στο ρατσιστικό τους δηλητήριο.
Διπλά προκλητικό είναι το γεγονός ότι επικεφαλής της επίθεσης ήταν υπόδικος χρυσαυγίτης βουλευτής, που κατηγορείται για εμπλοκή στις δολοφονικές επιθέσεις της ναζιστικής οργάνωσης στο Πέραμα και το Κερατσίνι.
Οπως στην περίπτωση των επιθέσεων σε πρόσφυγες και μετανάστες στα νησιά, έτσι και τώρα στα σχολεία, οι ναζιστές δρουν στο έδαφος που δημιουργούν η πολιτική εγκλωβισμού χιλιάδων κατατρεγμένων από τις πατρίδες τους, η διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος από την κυβέρνηση και την ΕΕ, με κριτήριο τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Στοχοποιούν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες ως υπαίτιους για τα οξυμένα προβλήματα που ζει η εργατική - λαϊκή οικογένεια, εξαιτίας της αντιλαϊκής πολιτικής, που συνθλίβει τις σύγχρονες ανάγκες και στηρίζει τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, την πραγματική αιτία της προσφυγιάς.
Οσο κι αν η κυβέρνηση καταδικάζει τις επιθέσεις των τραμπούκων της Χρυσής Αυγής σε γονείς και εκπαιδευτικούς, έχει ευθύνη για το γεγονός ότι δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες ζουν εγκλωβισμένοι στη χώρα μας κάτω από άθλιες συνθήκες, χωρίς τη δυνατότητα να μετακινηθούν στις χώρες που επιθυμούν.
Ανάμεσά τους και πάνω από 20.000 προσφυγόπουλα, για τα οποία καθυστέρησε σημαντικά η ένταξή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, αφήνοντας τα περισσότερα στην τύχη τους και στο έλεος των ΜΚΟ.
Ακόμα και τώρα, που ξεκινάει η φοίτηση αυτών των παιδιών στα σχολεία, η κυβέρνηση δεν εξαντλεί τα μέτρα που θα μπορούσαν να ακυρώσουν την προσπάθεια της Χρυσής Αυγής να παρέμβει για να χύσει το ρατσιστικό της δηλητήριο, αξιοποιώντας γι' αυτόν το σκοπό και τις αντιδράσεις ορισμένων γονέων, που αναπαράγουν το ρατσιστικό παραλήρημα, είτε συνειδητά είτε από φόβο είτε από άγνοια.
Ακόμα και μετά την προχτεσινή επίθεση στο Πέραμα, στελέχη της κυβέρνησης παίζουν με τις λέξεις, όπως ο γγ του υπουργείου Παιδείας, ο οποίος χαρακτήρισε σε δηλώσεις του «εξωσχολικούς» τους χρυσαυγίτες! Οπως είπε, η κυβέρνηση «έχει την υποχρέωση να θωρακίσει τις εκπαιδευτικές διαδικασίες από παρεμβάσεις εξωσχολικών, όποιοι κι αν είναι αυτοί» και «δεν έχει δοθεί σε κανέναν εξωσχολικό άδεια εισόδου στα σχολεία»!
Με τέτοιες εκφράσεις, και μάλιστα από τα πιο επίσημα χείλη, κρύβεται ο εγκληματικός χαρακτήρας της Χρυσής Αυγής, που είναι παράγωγο της φασιστικής - ναζιστικής της ιδεολογίας. Γι' αυτό δεν έχει καμία θέση μέσα στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, πουθενά.
Τον τρόπο για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής τον έδειξαν οι εργάτες των δεκάδων σωματείων του Πειραιά, που άμεσα όρθωσαν ανάστημα, καταδικάζοντας την επίθεση και απευθύνοντας κάλεσμα απομόνωσης της ναζιστικής οργάνωσης, αποκαλύπτοντας το ρόλο της ως μπράβου του συστήματος, που οργανώνει επιθέσεις σε βάρος πρωτοπόρων εργατών και δε διστάζει ακόμα και να δολοφονήσει όποιον στέκεται απέναντι.
Το δρόμο για να μη βρίσκει τόπο να σταθεί η Χρυσή Αυγή τον δείχνουν και οι δεκάδες φορείς των εργαζομένων και των γονιών, στους οποίους πρωτοστατούν οι κομμουνιστές, οι κομμουνιστές δήμαρχοι, που την ίδια ώρα ανοίγουν την αγκαλιά τους για τα προσφυγόπουλα, οργανώνουν το καλωσόρισμά τους στα σχολεία, δείχνουν την αλληλεγγύη τους με κάθε τρόπο στους βασανισμένους αυτούς ανθρώπους, καταδικάζοντας τον πραγματικό ένοχο, το σύστημα τούτο που έχει για τσιράκι του τους χρυσαυγίτες.
                                                                                                                                  "Ρ"

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

«Ανακύκλωση»...

 

Οι ανακατατάξεις στο αστικό πολιτικό σύστημα, εγχώριο και διεθνές, γίνονται έτσι κι αλλιώς όλα αυτά τα χρόνια πάνω στη βάση των εξελίξεων στην καπιταλιστική οικονομία, των δυσκολιών που έχει το κεφάλαιο να ανακάμψει από την καπιταλιστική κρίση και να περάσει σε φάση ορμητικής ανάκαμψης των κερδών του, των αντίστοιχων προβλημάτων για τις μορφές που πρέπει να πάρει η χειραγώγηση των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, αλλά και γενικά των αντιφάσεων και αδιεξόδων που αναπαράγει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής.
Το ανακάτεμα της σούπας στο επίπεδο του «πολιτικού προσωπικού», που, από κυβερνητικές θέσεις, ή ως εφεδρεία θα αξιοποιείται για τη διαχείριση αυτών των υποθέσεων του κεφαλαίου, δεν θα μπορούσε απ' αυτήν την άποψη να φέρνει στην επιφάνεια τίποτα το νέο, παρά τη φιλότιμη προσπάθεια των κάθε λογής υπερασπιστών του συστήματος να παρουσιάζουν την ίδια ξαναζεσταμένη σούπα με «μεγάλους τίτλους» περί ανανέωσης, νέας αρχής, επανεκκίνησης κ.ο.κ.
Οι εξελίξεις στην εγχώρια σοσιαλδημοκρατία είναι από αυτήν την άποψη αρκετά αποκαλυπτικές. Πέρα από την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ ως βασικού πυλώνα και με την ένταξη παλιών στελεχών του ΠΑΣΟΚ το τελευταίο διάστημα κινούνται οι διεργασίες για συγκρότηση «πόλων» που θα παίξουν ρόλο σε νέα κυβερνητικά σχήματα μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ ή τη ΝΔ.
Η «νεκρανάσταση» στελεχών, πρώην υπουργών κ.ο.κ. που έχουν καταδικαστεί στη συνείδηση μεγάλων τμημάτων του λαού, ακριβώς επειδή όλα τα προηγούμενα χρόνια υλοποίησαν με συνέπεια και από κυβερνητικές θέσεις την ταξική πολιτική υπέρ του κεφαλαίου, η προσπάθεια «ρετουσαρίσματος» της φθαρμένης σοσιαλδημοκρατίας με τα παραμύθια περί «δικαίωσης» θέσεων και απόψεων, όπως και συνολικά η αναστήλωση αστικών πολιτικών χώρων με παλιά, φθαρμένα υλικά και πάντα στο όνομα των «εθνικών» στόχων του κεφαλαίου, είναι μέσα στο παιχνίδι της διαμόρφωσης εναλλακτικών για το καπιταλιστικό σύστημα. Το παλιό σαπουνίζεται και γυαλίζεται, τα περασμένα παρουσιάζονται σαν ξεχασμένα, και η ζωή για τους καπιταλιστές προχωρά...
Στο ίδιο παιχνίδι, εγκλωβισμού του λαού στα συμφέροντα του κεφαλαίου, είναι εξάλλου και η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος, με την παρουσίαση «νέων» και άφθαρτων προσώπων και σχημάτων που γρήγορα αποκαλύπτουν το ταξικό, υπέρ της αστικής τάξης, νόημα της ύπαρξής τους και συχνά «καίγονται» ως εναλλακτικές, για να δώσουν τη σκυτάλη στο επόμενο, «πραγματικά νέο» και «αντισυστημικό» ανάχωμα που είναι απαραίτητο στο κεφάλαιο.
Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι ως το νέο εμφανίστηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικώντας την ανάδειξή του σε κυβέρνηση και αποδείχθηκε απ' όλες τις πλευρές ότι είναι το ίδιο παλιός με τους προηγούμενους που κυβέρνησαν πριν απ' αυτόν.
Και εδώ η πείρα από την εγχώρια και τη διεθνή πολιτική σκηνή είναι κάτι παραπάνω από πλούσια. «Νέα» σχήματα που εμφανίζονται με πανηγυρικές διακηρύξεις και προγράμματα βγαλμένα από τα πιο σκοτεινά όνειρα του κεφαλαίου, διάττοντες «αστέρες» και «αντισυστημικοί» τσαρλατάνοι τύπου Γκρίλο, που «καθαρίζουν το σύστημα» και αποδεικνύονται βουτηγμένοι μέχρι το λαιμό στα σκάνδαλα που γεννάει το σύστημα, ακροδεξιοί ρήτορες με μεγάλα και παχιά λόγια για τους «τοκογλύφους» και το «σύστημα» κι ακόμα πιο μεγάλους λογαριασμούς και «πλάτες» από επιχειρηματικούς ομίλους.
Η «μήτρα» που γεννάει όλα αυτά τα σχήματα και τις διάφορες παραλλαγές τους, το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, πατώντας και πάνω στους θολούς πόθους ενός κομματιού του λαού για «κάτι νέο», δεν μπορεί παρά να γεννά το ένα αντιλαϊκό και στην ουσία παμπάλαιο σχήμα πίσω από τ' άλλο.
Οι επιβεβαιώσεις είναι πολλές: Το πραγματικό νέο δεν μπορεί να βγει από τα σπλάχνα του καπιταλιστικού συστήματος που σαπίζει μέσα στις αντιθέσεις και τα αδιέξοδά του ούτε από το ανακάτεμα της τράπουλας του αστικού πολιτικού προσωπικού που πασχίζει να το ξελασπώσει. Το νέο γεννιέται σε αντιπαράθεση με το κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις και τους κάθε λογής διαχειριστές του, στην πάλη για τη νέα κοινωνία, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, όπου στο επίκεντρο της οικονομίας, της παραγωγής και της νέας εξουσίας θα είναι οι εργατικές - λαϊκές ανάγκες. Το νέο βρίσκεται στην πολιτική πρόταση του ΚΚΕ.
                                                                                                                               "Ρ"

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Αντιλαϊκές συναινέσεις

 

Με αφορμή τις εξελίξεις στο Κυπριακό, αναθερμάνθηκε η συζήτηση για την ανάγκη να υπάρξει συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων πάνω στα λεγόμενα «εθνικά θέματα», στα οποία η κυβέρνηση κατατάσσει επίσης την ολοκλήρωση της «αξιολόγησης», την απομείωση του χρέους και, βέβαια, το στόχο της ανάκαμψης της οικονομίας.
Στις αρχές της βδομάδας, στέλεχος της κυβέρνησης αρθρογραφούσε γι' αυτό το θέμα, γράφοντας περίπου τα εξής: Οι πολιτικές δυνάμεις «πρέπει να ρίξουν γέφυρες επικοινωνίας», με στόχο «να οριοθετηθεί το πεδίο των συγκλίσεων, αλλά και των πολιτικών συγκρούσεων», καθώς έτσι θα δοθεί «νέο περιεχόμενο στην πολιτική συζήτηση και στη διαχείριση των πολιτικών θεμάτων. Θα κάνει καλό στη χώρα, καλό στη δημοκρατία, καλό στο πολιτικό σύστημα».
Διαπίστωνε, επίσης, ότι «οι επικοινωνιακού χαρακτήρα συγκρούσεις (...) δημιουργούν όρους αδιεξόδων», ενώ, αντίθετα, «η ομαλοποίηση της πολιτικής συζήτησης» είναι αυτό που έχει ανάγκη η χώρα.
Βέβαια, ανεξάρτητα από το πώς και σε ποιο βαθμό εκφράζεται κάθε φορά, συναίνεση ανάμεσα στις αστικές πολιτικές δυνάμεις υπάρχει, στο έδαφος της στρατηγικής του κεφαλαίου που υπηρετούν από κοινού.
Δηλαδή, υπάρχει στρατηγική σύμπλευση ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, όπως και προσήλωση στο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης και της γεωπολιτικής αναβάθμισης της χώρας, μέσα από τη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές ενώσεις, συμμαχίες και οργανισμούς.
Αυτό που συζητιέται με μεγαλύτερη ένταση τα τελευταία χρόνια, είναι η ανάγκη για ευρύτερες και μονιμότερες συναινέσεις, στο πλαίσιο της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, ώστε να υπηρετούνται πιο αποτελεσματικά η απρόσκοπτη εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής, από τη μια, και η χειραγώγηση - ενσωμάτωση της λαϊκής δυσαρέσκειας, από την άλλη.
Καθόλου τυχαία, η συζήτηση περί συναίνεσης εντείνεται παράλληλα με τις διεργασίες σε μέτωπα κομβικής σημασίας για το κεφάλαιο, όπως είναι η ολοκλήρωση της «αξιολόγησης» με νέα αντιλαϊκά μέτρα σε ορίζοντα χρόνων, η ένταξη στο μηχανισμό άντλησης φθηνότερου χρήματος από την ΕΚΤ, το Κυπριακό και οι γενικότερες διευθετήσεις στην περιοχή, όπου διακυβεύονται ισχυρά οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα, ανταγωνιστικά προς την Τουρκία.
Μέσα στο γενικότερο κλίμα της οικονομικής και πολιτικής ρευστότητας, εξαιτίας των δυσκολιών που έχει η οικονομία να ανακάμψει ορμητικά, το αστικό πολιτικό σύστημα αναζητάει τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις για να διασφαλίσει τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του κεφαλαίου, είτε με ισχυρές συγκυβερνήσεις είτε με συγκαταβατικές και εποικοδομητικές αντιπολιτεύσεις.
Άλλωστε, φυσικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι του κεφαλαίου δεν έχουν κανένα πρόβλημα να πουν ανοιχτά ότι η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος στη βάση που περιγράφεται πιο πάνω είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανάκαμψη. Ενδεικτικά μόνο, μεγάλο συγκρότημα του Τύπου εγκαλούσε χτες τη ΝΔ για τις «ηρωικές υποσχέσεις» περί μείωσης των φόρων που δίνει «με το άγχος της εκλογικής επικράτησης».
Ενώ ο Γ. Δραγασάκης, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, έλεγε τις προάλλες σε εκδήλωση του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου: «Η κρίση που ζούμε είναι μια κρίση δομική, του κυρίαρχου παραγωγικού υποδείγματος, αλλά και του συστήματος δικομματικής εξουσίας που λειτουργούσε ως ένα “καρτέλ”, καθώς και του πελατειακού μοντέλου διακυβέρνησης, που είχε διαμορφωθεί πριν από την κρίση, αλλά επέζησε και έπειτα από αυτήν. Για αυτό και έξοδος από την κρίση σημαίνει βαθιές αλλαγές σε πολλούς τομείς, διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος (...) ριζική αλλαγή στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος και του τρόπου διακυβέρνησης».
Απέναντι σε αυτές τις διεργασίες υπέρ του κεφαλαίου βρίσκεται μόνο το ΚΚΕ και η πολιτική του πρόταση εκφράζοντας τα συμφέροντα των εργαζομένων. Συμβάλλοντας στην οργάνωση της λαϊκής πάλης ενάντια στην πολιτική του κεφαλαίου, για να περάσει ο λαός στην αντεπίθεση. Προβάλλοντας ως διέξοδο την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων με αποδέσμευση από την ΕΕ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
                                                                                                                                       "Ρ"

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Βαρύς λογαριασμός

 

Εδώ και καιρό έχει διαφανεί ότι η ατζέντα της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και το κουαρτέτο περιλαμβάνει πολύ περισσότερα ζητήματα από τα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα της δεύτερης «αξιολόγησης».
Γι' αυτό, άλλωστε, η κυβέρνηση εμφανίζεται δυσαρεστημένη από τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, παρά το γεγονός ότι - όπως λέει η ίδια - υπάρχει συμφωνία με τους «θεσμούς» στο 95% των προβλεπόμενων από το μνημόνιο, ενώ οι αποκλίσεις στα υπόλοιπα θεωρούνται διαχειρίσιμες.
Μάλιστα, όλο το προηγούμενο διάστημα, η κυβέρνηση έδειχνε το ΔΝΤ ως τον βασικό υπαίτιο για την καθυστέρηση και το κατάγγελλε ότι ζητάει την προληπτική νομοθέτηση μέτρων για τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018, πράγμα το οποίο η ίδια αρνούνταν, θεωρώντας το «κόκκινη γραμμή».
Επειδή όμως η μοναδική «κόκκινη γραμμή» που έχει αυτή η κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, είναι η γραμμή υπεράσπισης των συμφερόντων του κεφαλαίου, η πραγματικότητα, πίσω από τα παχιά λόγια και την προσπάθεια να αποπροσανατολιστεί ο λαός, προβάλλει μέσα από τις τελευταίες εξελίξεις.
Ξεκινώντας τη διαπραγμάτευση, για να συσκοτίσει την ταξική αντιλαϊκή πολιτική της, η κυβέρνηση σκόπιμα παρουσίαζε το «νεοφιλελεύθερο» ΔΝΤ σαν τον «κακό» της υπόθεσης, που ζητάει σκληρότερα μέτρα, σε αντίθεση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (Κομισιόν, ΕΚΤ, ESM), που είναι τάχα πιο «συγκαταβατικοί», ιδιαίτερα σε ζητήματα όπως τα Εργασιακά.
Στην πορεία, καθώς κορυφωνόταν η κόντρα του ΔΝΤ με την Ευρωζώνη (ιδιαίτερα τη Γερμανία), με αιχμή τη διευθέτηση του ελληνικού κρατικού χρέους, η κυβέρνηση ξέθαψε το τσεκούρι των «κόκκινων γραμμών» και λεοντάριζε ότι δεν πρόκειται να συμφωνήσει σε οποιοδήποτε άλλο μέτρο, πέρα από αυτά που περιέχονται στα (αιματηρά για το λαό) προαπαιτούμενα της «αξιολόγησης».
Το επόμενο βήμα, και ενώ η διαπραγμάτευση απομακρυνόταν από τα αρχικά χρονοδιαγράμματα, ήταν να συμφωνήσει στην επέκταση του «δημοσιονομικού κόφτη» και μετά το 2018, αρνούμενη όμως να νομοθετήσει συγκεκριμένα μέτρα. Επέμενε μάλιστα να ψέγει την ΕΕ ότι δεν ασκεί την αναγκαία πίεση στο ΔΝΤ, προκειμένου να συμφωνήσει στην ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης.
Τελικά, δίπλα στα αντιλαϊκά μέτρα που εφαρμόζονται και σε εκείνα που έχουν ήδη συμφωνηθεί, φτάσαμε σήμερα να συζητάμε την παραπέρα μείωση του αφορολόγητου για τα λαϊκά στρώματα για μετά το 2018, στο πλαίσιο της ενεργοποίησης του «δημοσιονομικού κόφτη», ανεξάρτητα από το αν το ΔΝΤ θα παραμείνει στο πρόγραμμα ή όχι!
Επαληθεύεται, επίσης, ότι μέτρα, όπως η συρρίκνωση του αφορολόγητου για μισθωτούς και συνταξιούχους, αλλά και η παραπέρα μείωση των συντάξεων, η διευκρίνιση των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που θα διασφαλίζουν τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018, δεν είναι αιτήματα αποκλειστικά του ΔΝΤ, αλλά και των ευρωπαϊκών θεσμών, όπως προκύπτει από τοποθετήσεις εκπροσώπων της Κομισιόν και της ΕΚΤ.
Η προσαρμογή της κυβέρνησης στα δεδομένα που προκύπτουν σε κάθε φάση της διαπραγμάτευσης δεν συνιστά, βέβαια, «αναγκαίο συμβιβασμό» από τη σκοπιά της υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων, όπως η ίδια το παρουσιάζει.
Αντίθετα, επιβεβαιώνει τη συνέπεια της κυβέρνησης στην υπηρέτηση του στόχου της καπιταλιστικής ανάκαμψης, που προϋποθέτει αντιλαϊκά μέτρα δίχως τέλος και καθιστά πρώτη προτεραιότητα την ολοκλήρωση της «αξιολόγησης», προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος στο κεφάλαιο να αντλήσει φθηνότερο χρήμα από την ΕΚΤ.
Με αυτόν τον «οδηγό» πορευόταν και πορεύεται η κυβέρνηση. Και είναι βέβαιο ότι στο ρευστό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον που διαμορφώνεται στην Ευρώπη και παγκόσμια, ο λογαριασμός που θα κληθεί να πληρώσει στο τέλος ο λαός, αν δεν περάσει στην αντεπίθεση, θα είναι πολύ βαρύτερος, προκειμένου το κεφάλαιο να μπει σε τροχιά ανάκαμψης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του.
                                                                                                                                    "Ρ"

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017

Επαγρύπνηση για το Κυπριακό

 

«Συναίνεση», «συνεννόηση», «σύμπνοια» και «εθνική γραμμή» είναι μερικές από τις φράσεις που κυριάρχησαν στις κυβερνητικές δηλώσεις και τα δημοσιεύματα, μετά τις προχτεσινές συναντήσεις του πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς, με θέμα τις εξελίξεις στο Κυπριακό.
Όσο κι αν επιμένει η κυβέρνηση ότι στηρίζει μια «δίκαιη και βιώσιμη» λύση του Κυπριακού, χωρίς ξένα στρατεύματα και εγγυήσεις, αυτό σε τίποτα δεν αλλάζει το γεγονός ότι το σχέδιο πάνω στο οποίο γίνεται σήμερα η συζήτηση για τη διευθέτηση του Κυπριακού είναι διχοτομικό. Σε πολλά σημεία, μάλιστα, συγκλίνει με το «σχέδιο Ανάν», που απορρίφθηκε από τους Ελληνοκύπριους το 2004.
Όπως δεν αναιρείται από τις κυβερνητικές διακηρύξεις το γεγονός ότι στη διαπραγμάτευση για το Κυπριακό εκφράζονται ευρύτεροι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και αντιθέσεις, στις οποίες η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι αμέτοχη. Αντίθετα, συμμετέχει ενεργά, επιδιώκοντας να αναβαθμίσει τον γεωπολιτικό της ρόλο στην περιοχή, ανταγωνιστικά προς την Τουρκία.
Η διαπραγμάτευση, που συνεχίστηκε χτες για δεύτερη μέρα στη Γενεύη, έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός πολυεπίπεδου παζαριού, όπου όλοι οι παίχτες προσέρχονται με τα ιδιαίτερα συμφέροντα και τις επιδιώξεις τους, μέσα σ' ένα εκρηκτικό ούτως ή άλλως περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Είναι αποκαλυπτικά τα δημοσιεύματα στον Τύπο, που κάνουν λόγο για εντατική δραστηριοποίηση της Μ. Βρετανίας τις τελευταίες μέρες στο παρασκήνιο, προκειμένου να υπάρξει συμφωνία για το Κυπριακό, με την προϋπόθεση όμως ότι θα διασφαλιστεί η συνέχιση της στρατιωτικής της παρουσίας στο νησί, με τις βάσεις που διαθέτει, έστω κι αν γενναιόδωρα τάχα εμφανίζεται να παραχωρεί ένα μέρος των εδαφών που τώρα καταλαμβάνουν οι βρετανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις, για να «χρυσώσει το χάπι».
Το ίδιο ισχύει και με το θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Όπως γράφτηκε, χωρίς να διαψευστεί, στο τραπέζι βρίσκεται μεταξύ άλλων η πρόταση για αντικατάσταση των σημερινών στρατιωτικών δυνάμεων Ελλάδας και Κύπρου από έναν πολυεθνικό στρατό, υπό ΝΑΤΟική ενδεχομένως διοίκηση, που θα επιβληθεί σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους με το μανδύα της «δύναμης του ΟΗΕ».
Η εκτίμηση στην οποία συγκλίνουν οι περισσότεροι, είναι ότι στην παρούσα φάση δεν πρόκειται να υπάρξει κατάληξη. Από αυτήν τη σκοπιά, το πιθανότερο είναι στη Γενεύη να καταγραφούν οι διαφορετικές απόψεις πάνω σε βασικές πτυχές του Κυπριακού και η διαδικασία να συνεχιστεί, μέχρι σε κάποιο επόμενο στάδιο να «ωριμάσουν» οι γενικότερες προϋποθέσεις για συμφωνία ή κάποια άλλη «λύση».
Το βέβαιο είναι, όμως, ότι στη βάση του σχεδίου που τώρα συζητιέται και μέσα στο σύνθετο περιβάλλον που διαμορφώνουν οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και οι αντιθέσεις, «δίκαιη και βιώσιμη» λύση για Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, επ' ωφελεία και των άλλων λαών της περιοχής, δεν μπορεί να υπάρξει, όποτε κι αν ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση, όπως κι αν διαμορφωθεί το περιεχόμενο της τελικής συμφωνίας.
Το σπέρμα της διχοτόμησης υπάρχει σε κάθε σχέδιο που δεν αντιμετωπίζει το Κυπριακό ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Που δεν περιλαμβάνει τον όρο της άμεσης αποχώρησης όλων των κατοχικών δυνάμεων και της κατάργησης του καθεστώτος των εγγυήσεων. Λύση προς όφελος του κυπριακού λαού σημαίνει ένα κράτος, ενιαίο, βιώσιμο, με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, μία διεθνή προσωπικότητα, χωρίς ξένες βάσεις, εγγυητές και προστάτες.
Είναι φανερό ότι και η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, όλα τα αστικά κόμματα στηρίζουν «λύσεις» εντός των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και ανταγωνισμών. Γι' αυτό απαιτείται σήμερα η μέγιστη δυνατή επαγρύπνηση από το λαό της Ελλάδας και της Κύπρου, μπροστά στα σχέδια που εξυφαίνονται πίσω από κλειστές πόρτες στη Γενεύη.
                                                                                                                        "Ρ"

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Αντιλαϊκά μέτρα έτσι κι αλλιώς

 

Τα μέτρα αυτά οδηγούν σε μεγαλύτερη γενίκευση της εργασιακής ζούγκλας, στο χτύπημα εργατικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, στη γενικευμένη φοροληστεία του λαού, για να βγαίνει ο λογαριασμός των «ματωμένων» πλεονασμάτων για το κεφάλαιο, αλλά και σε νέες φοροαπαλλαγές, ρυθμίσεις και μέτρα διευκόλυνσης των επιχειρηματικών ομίλων, ώστε να ανοίξουν «διάδρομοι επενδύσεων».
Ανεξάρτητα από το πότε θα καταλήξει η «αξιολόγηση», αυτά τα μέτρα είναι «ένα το κρατούμενο» για το κεφάλαιο, συμπληρωματικά σ' αυτά που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα.
Οι ρυθμοί και το εύρος της αντιλαϊκής επίθεσης δεν καθορίζονται ούτε και από τη σύνθεση των «τραπεζιών» των διαπραγματεύσεων και των στρατοπέδων που διαμορφώνονται στο έδαφος οξυμένων ανταγωνισμών, όπως ισχυρίζεται η κυβερνητική προπαγάνδα, που αναμασά τα περί «ακραίων κύκλων» και το γνωστό παραμύθι των «καλών», «κακών» και «άσχημων» καπιταλιστικών κέντρων και ιμπεριαλιστικών ενώσεων.
Για παράδειγμα, οι «ακραίες απαιτήσεις» του ΔΝΤ στα Εργασιακά, στα ζητήματα απελευθέρωσης των απολύσεων κ.τ.λ., όπως τις παρουσιάζει η κυβέρνηση, ελάχιστα απέχουν από το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», δηλαδή την εργασιακή ζούγκλα των τσακισμένων μισθών και δικαιωμάτων, των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, της ανεργίας και των δουλεμπορικών που ζει και βασιλεύει σε όλη την ΕΕ.
Αλλά και στα μέτρα για το χρέος, μικρή σημασία έχει αν το «μάτωμα» των λαϊκών στρωμάτων, για να πιάνονται οι αντιλαϊκοί στόχοι και να έχουν πρόσβαση σε φτηνά κεφάλαια οι επιχειρηματικοί όμιλοι, θα γίνεται κατόπιν «συστάσεων» του ΔΝΤ ή προτάσεων της ΕΚΤ. Το ίδιο μικρή σημασία έχουν για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, αν τα εργαλεία για την κατακρεούργησή τους θα βγαίνουν από την «εργαλειοθήκη» ιμπεριαλιστικών οργανισμών όπως ο ΟΟΣΑ ή από το ΔΝΤ.
Με άλλα λόγια, ανεξάρτητα από τις κόντρες καπιταλιστικών κρατών και ιμπεριαλιστικών οργανισμών, που συμμετέχουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στη διαπραγμάτευση, η αντιλαϊκή επίθεση θεωρείται απ' όλες τις πλευρές «δεδομένη» και δεν καθυστερεί καθόλου.
Από αυτήν τη σκοπιά, πρέπει να παρακολουθεί ο λαός την αντιπαράθεση των αστικών κομμάτων για τα ζητήματα της «αξιολόγησης», απαντώντας επιθετικά στα σχέδιά τους να τον εγκλωβίσουν και να τον καταστήσουν συμμέτοχο στις ανησυχίες και τους στόχους του κεφαλαίου.
                                                                                                                                     "Ρ"