Ένα ακόμα σίριαλ...
Το σίριαλ της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και το κουαρτέτο συνεχίζεται, με τις ημερομηνίες και τα χρονοδιαγράμματα να τροφοδοτούν διάφορα σενάρια ως προς την έκβαση της «αξιολόγησης» και τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις.
Ωστόσο, όπως διαβεβαιώνουν κυβέρνηση και εκπρόσωποι των «θεσμών», τα ανοιχτά ζητήματα είναι πλέον λίγα και πως ακόμα κι αν δεν υπάρξει συμφωνία μέχρι τις 5 Δεκέμβρη, η ολοκλήρωση της διαδικασίας έχει δρομολογηθεί.
Ακόμα και στα Εργασιακά, κυβέρνηση και κουαρτέτο φαίνεται να έχουν συμφωνήσει στον κορμό της αντιλαϊκής μεταρρύθμισης και όσα ζητήματα μένουν σε εκκρεμότητα, ενδεχομένως να παραπεμφθούν για αργότερα, χωρίς να εμποδίζεται η ολοκλήρωση της «αξιολόγησης».
Επομένως, όπως όλα δείχνουν, η κυβέρνηση επάξια ανταποκρίνεται στην αποστολή της, κάνοντας ό,τι περνάει από το χέρι της, για να ενσωματώσει νέα αντιλαϊκά μέτρα σ' αυτά που ήδη υπάρχουν, για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Το αν και σε ποιο βαθμό θα το πετύχει, εξαρτάται από την απάντηση που θα δώσει ο λαός στα αντιλαϊκά τους σχέδια.
Αν, όμως, έτσι έχουν τα πράγματα, κι αν πράγματι στο τέλος της «αξιολόγησης» βρίσκεται το «ξέφωτο» της ανάκαμψης και της λαϊκής ευημερίας, όπως λέει η κυβέρνηση, τότε γιατί όλοι αυτοί οι εκβιασμοί και οι απειλές από τα αστικά επιτελεία για αστάθεια και απρόβλεπτες καταστάσεις, αν δεν ολοκληρωθεί στην ώρα της και πλήρως η «αξιολόγηση»; Γιατί τα σενάρια για πρόωρες εκλογές;
Μια εξήγηση είναι ότι η κυβέρνηση, πέρα από το να περνάει μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, είναι επιφορτισμένη με το παράλληλο καθήκον να χειραγωγεί το λαό και να ενσωματώνει τις δίκαιες αντιδράσεις του. Κι αυτό το προσπαθεί, εξαντλώντας όλα τα περιθώρια στην εναλλαγή του «καρότου» με το «μαστίγιο».
Έτσι, οι φρούδες προσδοκίες ότι η ανάκαμψη θα ωφελήσει εξίσου τους εργαζόμενους και τους επιχειρηματικούς ομίλους εναλλάσσονται με απειλές για αστάθεια και «πισωγύρισμα», σε ένα αβέβαιο οικονομικά και γεωπολιτικά περιβάλλον. Αυτό είναι η μια πλευρά, δοκιμασμένη απ' όλες τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου και στο παρελθόν.
Η άλλη, πιο σοβαρή, έχει να κάνει με το πραγματικό περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης, τα συμφέροντα που διακυβεύονται και τους ανταγωνισμούς που οξύνονται πίσω από αυτήν.
Μέρα με τη μέρα, γίνεται πιο φανερό ότι το αντικείμενο και το «αγκάθι» της διαπραγμάτευσης δεν είναι κατ' αποκλειστικότητα τα σημεία της δεύτερης «αξιολόγησης» όπου υπήρξε ήδη συμφωνία, ή εκείνα που παραμένουν σε εκκρεμότητα, όπως κάποια από τα Εργασιακά, χωρίς να υποτιμάει κανείς τη σημασία που έχει για το κεφάλαιο η διαρκής προσαρμογή της αγοράς εργασίας στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της κερδοφορίας του.
Αυτό που φαίνεται ότι κυριαρχεί στις αντιπαραθέσεις, είναι το τι θα γίνει μετά το 2018, όταν θα λήξει το τρέχον «πρόγραμμα» για την Ελλάδα. Η συζήτηση αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους όρους διευθέτησης του ελληνικού κρατικού χρέους και ανοίγει όλη τη βεντάλια των ανταγωνισμών ανάμεσα στη Γερμανία και το ΔΝΤ, αλλά και στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, σε συνθήκες αναιμικής και εύθραυστης οικονομικής ανάκαμψης.
Αν σ' αυτά προστεθεί η αβεβαιότητα που προκαλούν ενδεχόμενες πολιτικές εξελίξεις στην ΕΕ τους επόμενους μήνες και η ένταση που συσσωρεύουν οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην ευρύτερη περιοχή, αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα πραγματικά ζητήματα της διαπραγμάτευσης υπερβαίνουν κατά πολύ την τυπική ολοκλήρωση μιας ακόμα «αξιολόγησης».
Το θέμα, επομένως, ήταν και παραμένει ένα: Πώς οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα θα διαμορφώσουν τη δική τους ατζέντα απέναντι στη διαπραγμάτευση που ενσωματώνει τα συμφέροντα και τους ανταγωνισμούς του κεφαλαίου, πώς θα οργανωθούν και θα παλέψουν ενάντια στην πολιτική που βαθαίνει την ταξική εκμετάλλευση, μέσα κι έξω από τα μνημόνια, μέχρι την ανατροπή της.
"Ρ"