Να μην πέσει ο λαός στην παγίδα
Με ατάκες, ευφυολογήματα και στατιστικές
αλχημείες, κυβέρνηση και ΝΔ ανταγωνίζονται για το ποιος θα κατοχυρωθεί
ως ο πιο ικανός διαχειριστής των υποθέσεων του κεφαλαίου και ταυτόχρονα
ως ο αυθεντικότερος θεματοφύλακας του στόχου της καπιταλιστικής
ανάκαμψης.
Με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων για το πρωτογενές πλεόνασμα το πρώτο δίμηνο του 2017 και την υπερκάλυψη του στόχου κατά δυόμιση φορές, ανέκαμψε η θριαμβολογία της κυβέρνησης για την αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής της πολιτικής, που προβάλλεται ως όρος αναγκαίος για τη δημιουργία προϋποθέσεων ανάκαμψης της οικονομίας.
Το αντεπιχείρημα της ΝΔ είναι ότι η υπερκάλυψη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι «εικονική» και ότι η καθυστέρηση στο κλείσιμο της «αξιολόγησης» στερεί την αγορά από τα κονδύλια της «ποσοτικής χαλάρωσης», συμβάλλοντας στην ταλάντευση της οικονομίας ανάμεσα στη συρρίκνωση και την οριακή ανάκαμψη.
Η υπεραπόδοση στα πρωτογενή πλεονάσματα, για την οποία καυχιέται η κυβέρνηση, είναι πάνω απ' όλα αποτέλεσμα της αφαίμαξης των εργαζομένων και του λαού, με ληστρικούς φόρους και χαράτσια. Είναι συνέπεια των περικοπών σε στοιχειώδη μέτρα στήριξης της εργατικής - λαϊκής οικογένειας, της μείωσης των συντάξεων, των μειωμένων κρατικών κονδυλίων για Υγεία - Πρόνοια.
Και μόνο η σύνδεσή τους με το στόχο της ανάκαμψης δείχνει ότι αυτή δεν μπορεί να υπηρετεί ταυτόχρονα τα κέρδη του κεφαλαίου και τα λαϊκά συμφέροντα, πόσο μάλλον να ικανοποιήσει τις διευρυμένες λαϊκές ανάγκες. Και σαν μην έφταναν τα αντεργατικά μέτρα και οι φόροι που κατοχύρωσε και επέκτεινε η σημερινή κυβέρνηση, ετοιμάζεται τώρα να νομοθετήσει και νέα, με ορίζοντα εφαρμογής βαθιά μέσα στο χρόνο, με πρώτη δόση τα 3,6 δισ. ευρώ περικοπών σε συντάξεις και αύξησης της φορολογίας.
Η κριτική της ΝΔ σε όλα αυτά δεν γίνεται βέβαια από τη σκοπιά της υπεράσπισης των λαϊκών δικαιωμάτων και του εισοδήματος, αλλά με μέτωπο στην κυβέρνηση για καθυστερήσεις και «αναβλητικότητα» σε μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά να βελτιώσουν το «επιχειρηματικό κλίμα» και να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Αυτό το νόημα έχει ο ισχυρισμός του Κυρ. Μητσοτάκη από την Κρήτη ότι «βρέχει λεφτά, αλλά η κυβέρνηση κρατάει ομπρέλα», εννοώντας το φτηνότερο χρήμα που υπόσχεται η ΕΚΤ στο κεφάλαιο, αν ολοκληρωθεί έγκαιρα η «αξιολόγηση» και νομοθετηθούν τα αντιλαϊκά μέτρα που έχουν συμφωνήσει κυβέρνηση - κουαρτέτο.
Θυμίζουμε, άλλωστε, ότι η ένταξη στο μηχανισμό της «ποσοτικής χαλάρωσης» ήταν από τα βασικά ορόσημα στον «οδικό χάρτη» της κυβέρνησης προς την ανάκαμψη της οικονομίας. Επομένως, η σημερινή κριτική της ΝΔ για καθυστερήσεις εκφράζει ευρύτερες ανησυχίες ισχυρών τμημάτων της αστικής τάξης για την πορεία και την έγκαιρη ολοκλήρωση της δεύτερης «αξιολόγησης», με δεδομένη την επιδείνωση των προβλέψεων για την ελληνική οικονομία το 2017.
Και οι τελευταίες εξελίξεις επιβεβαιώνουν αυτό που λέει το ΚΚΕ. Οτι πίσω από τους καβγάδες για το «θεαθήναι», κρύβεται η πραγματική αιτία της αντιπαράθεσής τους: Ποιος είναι πιο ικανός να περάσει τις αναδιαρθρώσεις που ζητά το κεφάλαιο. Σε αυτό δίνουν εξετάσεις και μ' αυτό το κριτήριο χρειάζεται να βλέπει ο λαός τον ανταγωνισμό τους και να οργανώσει την πάλη του. Να μην πέσει στην παγίδα που του στήνουν για να εγκλωβίσουν τη δυσαρέσκεια σε νέα κάλπικα δίπολα, να τον κάνουν συνένοχο στα μέτρα, στον «εθνικό στόχο» της ανάκαμψης των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων.
"Ρ"
Με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων για το πρωτογενές πλεόνασμα το πρώτο δίμηνο του 2017 και την υπερκάλυψη του στόχου κατά δυόμιση φορές, ανέκαμψε η θριαμβολογία της κυβέρνησης για την αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής της πολιτικής, που προβάλλεται ως όρος αναγκαίος για τη δημιουργία προϋποθέσεων ανάκαμψης της οικονομίας.
Το αντεπιχείρημα της ΝΔ είναι ότι η υπερκάλυψη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι «εικονική» και ότι η καθυστέρηση στο κλείσιμο της «αξιολόγησης» στερεί την αγορά από τα κονδύλια της «ποσοτικής χαλάρωσης», συμβάλλοντας στην ταλάντευση της οικονομίας ανάμεσα στη συρρίκνωση και την οριακή ανάκαμψη.
Η υπεραπόδοση στα πρωτογενή πλεονάσματα, για την οποία καυχιέται η κυβέρνηση, είναι πάνω απ' όλα αποτέλεσμα της αφαίμαξης των εργαζομένων και του λαού, με ληστρικούς φόρους και χαράτσια. Είναι συνέπεια των περικοπών σε στοιχειώδη μέτρα στήριξης της εργατικής - λαϊκής οικογένειας, της μείωσης των συντάξεων, των μειωμένων κρατικών κονδυλίων για Υγεία - Πρόνοια.
Και μόνο η σύνδεσή τους με το στόχο της ανάκαμψης δείχνει ότι αυτή δεν μπορεί να υπηρετεί ταυτόχρονα τα κέρδη του κεφαλαίου και τα λαϊκά συμφέροντα, πόσο μάλλον να ικανοποιήσει τις διευρυμένες λαϊκές ανάγκες. Και σαν μην έφταναν τα αντεργατικά μέτρα και οι φόροι που κατοχύρωσε και επέκτεινε η σημερινή κυβέρνηση, ετοιμάζεται τώρα να νομοθετήσει και νέα, με ορίζοντα εφαρμογής βαθιά μέσα στο χρόνο, με πρώτη δόση τα 3,6 δισ. ευρώ περικοπών σε συντάξεις και αύξησης της φορολογίας.
Η κριτική της ΝΔ σε όλα αυτά δεν γίνεται βέβαια από τη σκοπιά της υπεράσπισης των λαϊκών δικαιωμάτων και του εισοδήματος, αλλά με μέτωπο στην κυβέρνηση για καθυστερήσεις και «αναβλητικότητα» σε μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά να βελτιώσουν το «επιχειρηματικό κλίμα» και να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Αυτό το νόημα έχει ο ισχυρισμός του Κυρ. Μητσοτάκη από την Κρήτη ότι «βρέχει λεφτά, αλλά η κυβέρνηση κρατάει ομπρέλα», εννοώντας το φτηνότερο χρήμα που υπόσχεται η ΕΚΤ στο κεφάλαιο, αν ολοκληρωθεί έγκαιρα η «αξιολόγηση» και νομοθετηθούν τα αντιλαϊκά μέτρα που έχουν συμφωνήσει κυβέρνηση - κουαρτέτο.
Θυμίζουμε, άλλωστε, ότι η ένταξη στο μηχανισμό της «ποσοτικής χαλάρωσης» ήταν από τα βασικά ορόσημα στον «οδικό χάρτη» της κυβέρνησης προς την ανάκαμψη της οικονομίας. Επομένως, η σημερινή κριτική της ΝΔ για καθυστερήσεις εκφράζει ευρύτερες ανησυχίες ισχυρών τμημάτων της αστικής τάξης για την πορεία και την έγκαιρη ολοκλήρωση της δεύτερης «αξιολόγησης», με δεδομένη την επιδείνωση των προβλέψεων για την ελληνική οικονομία το 2017.
Και οι τελευταίες εξελίξεις επιβεβαιώνουν αυτό που λέει το ΚΚΕ. Οτι πίσω από τους καβγάδες για το «θεαθήναι», κρύβεται η πραγματική αιτία της αντιπαράθεσής τους: Ποιος είναι πιο ικανός να περάσει τις αναδιαρθρώσεις που ζητά το κεφάλαιο. Σε αυτό δίνουν εξετάσεις και μ' αυτό το κριτήριο χρειάζεται να βλέπει ο λαός τον ανταγωνισμό τους και να οργανώσει την πάλη του. Να μην πέσει στην παγίδα που του στήνουν για να εγκλωβίσουν τη δυσαρέσκεια σε νέα κάλπικα δίπολα, να τον κάνουν συνένοχο στα μέτρα, στον «εθνικό στόχο» της ανάκαμψης των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων.
"Ρ"