«Εστια»-σμένοι στη διαστρέβλωση της Ιστορίας και των τοποθετήσεων του ΚΚΕ
1. Διαστρεβλώνοντας την τοποθέτηση του ΚΚΕ, η ΕΣΤΙΑ έγραψε ότι η Ανακοίνωση «προχωρεί σε λελογισμένη αυτοκριτική για την παθητικότητα με την οποία συμπεριεφέρθη ο λαός και το ίδιο το ΚΚΕ (αρχικώς) κατά το ξέσπασμα της δικτατορίας».
Πουθενά δεν αναφέρεται στην Ανακοίνωση ότι το ΚΚΕ επέδειξε παθητικότητα. Τονίζεται ότι από το ΚΚΕ και την ΕΔΑ «δεν υπήρξε καμιά ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική προετοιμασία του εργατικού λαϊκού κινήματος». Αυτή η επισήμανση δεν είναι καινούργια. Την έχει κάνει το ΚΚΕ από το 1973 (9ο Συνέδριο), επισημαίνοντας ως μια από τις αιτίες ότι το ίδιο είχε διαλύσει τις Κομματικές του Οργανώσεις από το 1958. Ταυτόχρονα, χιλιάδες μέλη και στελέχη του είχαν συλληφθεί από τις πρώτες ώρες του πραξικοπήματος, γεγονός που αποκεφάλισε το λαϊκό κίνημα. Ομως, η Ανακοίνωση της ΚΕ περιέχει και τα εξής, που επίσης σκοπίμως η ΕΣΤΙΑ παρέβλεψε:
«Παρ' όλα αυτά το ΚΚΕ αντέδρασε από τη πρώτη στιγμή (...) κάλεσε σε δράση για την ανατροπή της δικτατορίας. Ξεκίνησε την προσπάθεια δημιουργίας των πρώτων αντιδικτατορικών οργανώσεων». Και άλλα.
2. Το γνωστό αστικό δίλημμα «Δεξιά ή Αντιδεξιά», με το οποίο χρόνια τώρα η άρχουσα τάξη και τα κόμματά της παίζουν στην πλάτη του λαού τον συνήθη αντιλαϊκό τους χαβά, επανέρχεται από την ΕΣΤΙΑ, η οποία ανασύρει την αντιπαράθεση Α. Παπανδρέου - Κων. Μητσοτάκη, δηλαδή «ΠΑΣΟΚ και ΝΔ», προκειμένου να «ερμηνεύσει» την Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ.
Καμία έκπληξη. Το ίδιο έργο, που θα το δούμε σε κατά κόρον επαναλήψεις και από πολλές πλευρές όσο πλησιάζουμε προς την 21η Απριλίου, έχει σαφείς στόχους:
Πρώτον, να αποκρύψει ότι η δικτατορία του 1967 - 1974 επιβλήθηκε για να υπερασπίσει τα συμφέροντα του κεφαλαίου, που επίσης τα υπεράσπισαν με συνέπεια τόσο ο Α. Παπανδρέου (όπως και ο Γ. Παπανδρέου) όσο και ο Κων. Μητσοτάκης, στο πλαίσιο άλλης μορφής άσκησης της δικτατορίας του κεφαλαίου (της κοινοβουλευτικής), σε αντίθεση με τη χούντα που έκανε τα ίδια, καταργώντας την κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Δεύτερον, η επαναφορά της αστικής αντίθεσης «Δεξιά - Αντιδεξιά», στην οποία εγκλωβίστηκαν και τα μεγάλα τμήματα των λαϊκών μαζών, στοχεύει στο να κρύψει το αντικομμουνιστικό θεσμικό πλαίσιο που ίσχυσε στην Ελλάδα από το 1946 έως το 1974, το οποίο αποτέλεσε το θερμοκήπιο της χούντας, αλλά και που το διατήρησαν άθικτο όλες οι προχουντικές κυβερνήσεις της ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή, της ΕΚ του Γ. Παπανδρέου και των «αποστατών» των Κων. Μητσοτάκη και λοιπών. (Βέβαια, για να είμαστε αντικειμενικοί, πρέπει να θυμηθούμε ότι η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου δεν απελευθέρωσε 77 κομμουνιστές πολιτικούς κρατούμενους που είχαν καταδικαστεί από την ΕΡΕ για «κατασκοπία». Τους απελευθέρωσε η κυβέρνηση του «αποστάτη» Στέφ. Στεφανόπουλου το 1966).
3. Η δικτατορία του 1967 - 1974 βγήκε από τα σπλάχνα των ενδοαστικών συγκρούσεων ανάμεσα στο Παλάτι και τα αστικά κόμματα, τα οποία ταυτόχρονα συνεργάζονταν με το Παλάτι, καθένα χωριστά εναντίον του άλλου. Το Παλάτι συμμαχούσε πότε με την ΕΡΕ εναντίον του «Κέντρου», πότε με το «Κέντρο» εναντίον της ΕΡΕ, πότε με τμήματα του «Κέντρου» («Ιουλιανά») μαζί με την ΕΡΕ εναντίον του υπόλοιπου «Κέντρου», πότε εμφανιζόταν ως ενωτικό, συμμαχώντας και με την ΕΡΕ και με το «Κέντρο» (Μνημόνιο - Συμφωνία Π. Κανελλόπουλου - Γ. Παπανδρέου το 1966).
Εξάλλου, όπως ο Κων. Μητσοτάκης ηγήθηκε μαζί με άλλους «Κεντρώους» για την ανατροπή της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου («Ιουλιανά» 1965), έτσι και η ηγεσία της «Ενωσης Κέντρου» (στην οποία συμμετείχε και ο Κων. Μητσοτάκης) ζητούσε προηγουμένως (1963) από τον βασιλιά να ανατρέψει την κυβέρνηση της ΕΡΕ με κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Ο Γ. Παπανδρέου είχε στείλει επιστολή στον βασιλιά Παύλο, στην οποία έγραψε ανάμεσα σε άλλα:
«Δικαιούται επομένως ο βασιλεύς, εκτός της διαλύσεως της Βουλής, πρώτον, να συμβουλεύη τους συμβούλους του. Και αν αι συμβουλαί δεν εισακουσθούν και κρίνη ότι το γενικώτερον συμφέρον της χώρας το υπαγορεύει, δικαιούται να σχηματίση νέαν Κυβέρνησιν και να απευθυνθή προς την Βουλήν, από την οποίαν η Κυβέρνησις να ζητήση εμπιστοσύνην».1
Ολα τα παραπάνω τα έκρυψε επιμελώς η αστική ιστοριογραφία, όπως και η προπαγάνδα του ΠΑΣΟΚ υπό τον Α. Παπανδρέου μαζί με τον φιλικό τους Τύπο, φυσικά και η αντιπαπανδρεϊκή ΕΣΤΙΑ.
4. Το γεγονός ότι η χούντα διαφοροποιήθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις από τις αξιώσεις των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ, δεν ήταν πρωτοφανές γεγονός μέχρι τότε για το αστικό πολιτικό σύστημα, ούτε συνιστά «αντιιμπεριαλιστικές χουντικές διαθέσεις». Στο παρελθόν ο Κ. Τσαλδάρης είχε εκφράσει επιφυλάξεις για την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, ο Σοφ. Βενιζέλος έθεσε εν αμφιβόλω την παρουσία των πυραυλικών βάσεων των ΗΠΑ στην Ελλάδα, ενώ το 1974 ο Κ. Καραμανλής προχώρησε στην έξοδο της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Το ίδιο είχε κάνει ο Ντε Γκολ όσον αφορά στη Γαλλία. Οι αντιθέσεις των αστών δεν σημαίνουν και επιλογή φιλολαϊκής στρατηγικής. Η επιλογή, π.χ., της Μ. Βρετανίας να βγει από την Ευρωπαϊκή Ενωση δεν την καθιστά φιλολαϊκή, όπως δεν σημαίνει ότι είναι υπέρ των λαϊκών συμφερόντων η σημερινή της κυβέρνηση. Η ενδοϊμπεριαλιστική διαπάλη εμπεριέχει και τέτοια φαινόμενα, αφού πρόκειται για λυκοσυμμαχίες. Η χούντα ήταν φιλοΝΑΤΟική και σ' αυτό το πλαίσιο έκανε και κάποιους ελιγμούς.
5. Στην ΕΣΤΙΑ προκάλεσαν αίσθηση οι αναφορές της Ανακοίνωσης για την επιδίωξη της χούντας να προσεταιριστεί εργατικές - λαϊκές δυνάμεις με στεγαστικά δάνεια κ.ά. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι γνωρίζει καλά πως όλες οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου χρησιμοποιούν και το «καρότο» μαζί με το «μαστίγιο». Αυτό γινόταν και στη δικτατορία και προηγουμένως και μετά από αυτήν έως τις μέρες μας, με στόχο να ενσωματώνονται οι εργατικές - λαϊκές δυνάμεις στο σύστημα και να επιλέγουν κάθε φορά το «μικρότερο κακό», αντί να επιλέξουν αυτό που τις συμφέρει και που είναι η ανατροπή της αστικής πολιτικής και της εξουσίας του κεφαλαίου, με όποια μορφή κι αν παρουσιάζεται.
Παραπομπή:
1. Κωνσταντίνος Καραμανλής, αρχείο, Γεγονότα και Κείμενα, τ. 5Β΄, σελ. 593, εκδ. «Η Καθημερινή», Αθήνα, 2005.
Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ *
*Ο Μ. Μαΐλης είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ
Μάκη ΜΑΪΛΗ *
*Ο Μ. Μαΐλης είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ