Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

Μόνιμοι «κόφτες»

 

Η συνυπογραφή από τον Ελληνα υπουργό Οικονομικών των αποφάσεων του τελευταίου Γιούρογκρουπ για τα ασφαλιστικά συστήματα στην Ευρωζώνη αποκαλύπτει το παραμύθι της κυβέρνησης ότι στη διαπραγμάτευση δίνει τάχα μάχη υπέρ των συνταξιούχων και των ασφαλισμένων, για να μη μειωθούν ακόμα περισσότερο οι ήδη αποδιδόμενες συντάξεις.
Η απόφαση του Γιούρογκρουπ συνδέει την «ανθεκτικότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων» ευθέως με τις «δυσμενείς μακροοικονομικές και δημογραφικές προοπτικές». Σ' αυτήν την κατεύθυνση, προβλέπει «αυτόματες διορθώσεις», δηλαδή αυτόματους «κόφτες» στις συντάξεις, μαζί με άλλες ανατροπές, που θα αποφασίζονται ύστερα από «συγκριτική αξιολόγηση» κάθε δυο χρόνια, με την εφαρμογή των «βέλτιστων πρακτικών».
Στην πραγματικότητα, συγκροτείται ένας μηχανισμός διαρκούς ελέγχου των ασφαλιστικών συστημάτων, με αμιγώς δημοσιονομικά κριτήρια, και αυτόματων προσαρμογών των συντάξεων προς τα κάτω. Σ' αυτό συμφώνησε η κυβέρνηση, αυτό δεσμεύτηκε να εφαρμόσει από το 2018 και έπειτα.
Η θεσμοθέτηση αυτού του μηχανισμού προς αποφυγή «μελλοντικών (δημοσιονομικών) κινδύνων» αφορά όλα τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης. Καταρρίπτεται έτσι ο κυβερνητικός μύθος ότι η Ελλάδα αποτελεί «εξαίρεση» από το λεγόμενο «ευρωπαϊκό κεκτημένο» και στον τομέα της Ασφάλισης, ή ότι η ΕΕ κρατάει αποστάσεις στη διαπραγμάτευση από τις «ακραίες» θέσεις του ΔΝΤ.
Επιβεβαιώνεται ότι η διασύνδεση της Κοινωνικής Ασφάλισης με τα δημοσιονομικά μιας χώρας, η συνάρτηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης με το ΑΕΠ, τις δημογραφικές εξελίξεις, τη σχέση εργαζομένων προς συνταξιούχους, είναι στρατηγικός σχεδιασμός του κεφαλαίου για τη μείωση της ασφαλιστικής δαπάνης σε όλα τα κράτη - μέλη και όχι μια ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, που προκύπτει από την εφαρμογή των «προγραμμάτων προσαρμογής».
Επιπλέον, στους δείκτες με τους οποίους θα κρίνεται η αποδοτικότητα των συστημάτων και θα αποφασίζονται οι προσαρμογές, προστίθεται η σύγκριση του «μέσου μισθού» με τη «μέση σύνταξη». Ενας τέτοιος δείκτης, όμως, ισοδυναμεί με μόνιμο «κόφτη» των συντάξεων, ιδιαίτερα στη χώρα μας, όπου οι μισθοί κατακρεουργήθηκαν, και μάλιστα με κρατική παρέμβαση, ενώ ο μέσος μισθός συρρικνώνεται διαρκώς.
Επί της ουσίας, ο δείκτης αυτός προσδίδει σε όλα τα ασφαλιστικά συστήματα χαρακτηριστικά ιδιωτικής Ασφάλισης, αφού εμμέσως πλην σαφώς διασυνδέει τις συντάξεις με τους μισθούς. Δηλαδή, συνδέει τις συντάξεις αυστηρά με τις τρέχουσες εισφορές των ασφαλισμένων, βγάζοντας απέξω την υποχρεωτική κρατική χρηματοδότηση, την περιουσία των Ταμείων, αλλά και τα αποθεματικά που διαθέτουν σε κάθε χρονική περίοδο.
Πρόκειται για ένα νέο ποιοτικό στοιχείο, που δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Εννοείται, βέβαια, ότι σε μια επόμενη κρίση, η εκ νέου βύθιση των μισθών θα ισοδυναμεί πλέον αυτόματα και με νέες περικοπές στις συντάξεις.
Σε κάθε περίπτωση, η υπογραφή ενός τέτοιου κειμένου από την κυβέρνηση αποτελεί κραυγαλέο παράδειγμα εφαρμογής και θωράκισης των αξιώσεων του κεφαλαίου για παραπέρα μείωση του «κόστους» που συνεπάγονται για το κράτος και την εργοδοσία η Ασφάλιση και οι συντάξεις. Αποτελεί ταυτόχρονα τη νομιμοποιητική βάση για την περικοπή της «προσωπικής διαφοράς» που έχουν ήδη αποφασίσει κυβέρνηση - κουαρτέτο και τώρα ψάχνουν τον πιο πρόσφορο τρόπο για να την σερβίρουν στο λαό.
Τέλος, η απόφαση του Γιούρογκρουπ για τα ασφαλιστικά συστήματα έρχεται να συμπληρώσει την πρόσφατη «Κοινή Έκθεση για την Απασχόληση 2017», που υιοθέτησαν οι υπουργοί Απασχόλησης της ΕΕ, μαζί και η εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης. Θυμίζουμε ότι με την έκθεση αυτή, αποθεώνεται η «ευελιξία» στην αγορά εργασίας. Πρόκειται για κεντρικές αντεργατικές - αντιλαϊκές κατευθύνσεις της ΕΕ, στη διαμόρφωση των οποίων συμμετέχει η κυβέρνηση, που θέτουν την πραγματική ατζέντα των μεταρρυθμίσεων στα κράτη - μέλη, ανεξάρτητα από «αξιολογήσεις» και μνημόνια.
                                                                                                                                         "Ρ"